[openyourmind] ψυχαγωγια:ταξιδευωντασ στις Κυκλάδες-Τήνος Ήθη και έθιμα

  • From: αννα-μαρία <anna_maria_foskolou@xxxxxxxxxxx>
  • To: openyourmind@xxxxxxxxxxxxx
  • Date: Wed, 16 Feb 2011 21:09:48 +0200

Τί πιο σημαντικό να κρατάμε την παράδοση....Ας μάθουμε λοιπόν τις Τηνιακές παραδόσεις..έχετε αντίστοιχες τοπικές γιορτές΄ Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να τις μάθουμε και εμείς.. Οι Τήνιοι διατηρούν τα ήθη και τα έθιμα του τόπου τους ως κάτι ιερό. Εξάλλου, πολλά από αυτά πηγάζουν από αρχαίες θρησκευτικές παραδόσεις. Τα έθιμα αναβιώνουν


κυρίως στα χωριά, ωστόσο και η Χώρα δεν υστερεί των παραδόσεων. Επιπρόσθετα, οι ντόπιοι συνηθίζουν να συνδυάζουν τη βαθιά τους πίστη με την αγάπη τους

για το χορό και το τραγούδι στα εορταστικά πανηγύρια που τακτικά διοργανώνουν.

Άναμμα των Καντηλιών: Ένα έθιμο που αποδεικνύει τη βαθύτατη πίστη των Τηνίων είναι το Άναμμα των Καντηλιών. Θεωρείται άγραφος νόμος μεταξύ των κατοίκων

του νησιού, να φωτίζουν με αυτό τον τρόπο όλα τα εξωκλήσια κάθε Σάββατο απόγευμα, αλλά και τις παραμονές των μεγάλων χριστιανικών ή των ονομαστικών τους

εορτών. Κάθε εξωκλήσι έχει ένα μόνιμο ή προσωρινό ιδιοκτήτη, στις υποχρεώσεις του οποίου συμπεριλαμβάνεται και η τήρηση του εθίμου. Η αθέτηση αυτής της

υποχρέωσης θεωρείται ηθικό παράπτωμα, που κανένας ντόπιος δεν μπορεί να ανεχθεί στη συνείδησή του.

Το έθιμο σε πολλές περιπτώσεις παίρνει τη μορφή τάματος. Έτσι πολλοί Τήνιοι, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης, ικεσίας ή ευχαριστίας προς κάποιον Άγιο, υπόσχονται

να μεταβούν στο εξωκλήσι που είναι αφιερωμένο στο όνομά του. Οι προσκυνητές κατευθύνονται στο χώρο νωρίς το πρωί. Στην περίπτωση που τα καντήλια είναι

αναμμένα, προσθέτουν λάδι για να διατηρηθεί περισσότερο η φλόγα τους και ακουμπούν το υπόλοιπο της φιάλης που έχουν προσκομίσει, δίπλα από το μανουάλι,

ώστε να ξαναχρησιμοποιηθεί για το σκοπό αυτό.

Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία συνοδεύεται πάντοτε από το άναμμα κεριών και θυμιάματος. Η προσφορά αυτών των τριών στοιχείων αποτελεί τη μοναδική χριστιανική

υλική θυσία που διασώζεται από τα αποστολικά χρόνια. Ο χαρακτήρας της είναι άκρως συμβολικός. Η αξία της δεν σχετίζεται με την προσφερόμενη ύλη, αλλά με

τη θρησκευτική κατάνυξη του προσκυνητή. Γενικότερα, το άναμμα των καντηλιών εκφράζει τη φωτεινότητα των ψυχών των πιστών. Οι φλόγες τους παρομοιάζονται

με το φως του Αγίου Πνεύματος, αλλά και τη λαμπρότητα όλων των Αγίων που είναι ριζωμένοι βαθιά στις καρδιές των ντόπιων.

Χοιροσφάγια: Πρόκειται για ένα παλιό έθιμο, το οποίο αναβιώνει με αμείωτη ένταση έως τις ημέρες μας, τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο, κυρίως στα χωριά.

Σημειώνεται πως οι οικογένειες συνηθίζουν να εκτρέφουν τουλάχιστον ένα χοίρο, από τον οποίο εξασφαλίζουν το κρέας όλης της χρονιάς, αλλά και αρκετά τοπικά

εδέσματα, όπως: λούζα, γλίνα, πηχτή κ.ά.

Οι προετοιμασίες διαρκούν αρκετές ημέρες. Σε αυτές εμπλέκονται άντρες και γυναίκες, συγγενείς και φίλοι, με αποτέλεσμα τα χοιροσφάγια να αποκτούν πανηγυρικό

χαρακτήρα. Καθένας έχει το δικό του ρόλο: Οι γυναίκες μαζεύουν μυρωδικά, τα οποία ξεραίνουν στον ήλιο και ακολούθως τα τρίβουν με αλάτι. Επίσης, συγυρίζουν

και ασβεστώνουν το σπίτι, την αυλή και το δρόμο. Οι άνδρες μαζεύουν ξύλα ελιάς. Αλλά και την ημέρα της σφαγής χρειάζονται πολλά χέρια. Η διαδικασία, που

ξεκινά πριν καλά - καλά ξημερώσει, απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και τεχνική κατάρτιση, καθώς το ζώο ζυγίζει 150 με 200 κιλά. Αμέσως μετά, με τη βοήθεια ζεματιστού

νερού, αρχίζει το ξύρισμα, το γδάρσιμο και το καψάλισμα, ενώ οι γυναίκες κερνούν ρακί, σταφίδες, καρύδια, ρόδια και ξεροτήγανα.

Ο χοίρος μεταφέρεται στο σπίτι και κρεμιέται ανάποδα από ένα τσιγκέλι. Το πρώτο πράγμα που αφαιρείται είναι τα εντόσθια. Εξάλλου, το συκώτι θα τηγανιστεί

και θα σερβιριστεί με πιλάφι για κολατσιό. Στη συνέχεια, οι γυναίκες παραλαμβάνουν τα έντερα για την πολύωρη διαδικασία του καθαρισμού τους, με λεμόνι,

αλάτι και άφθονο νερό. Τα λεπτά έντερα χρησιμεύουν στο τύλιγμα των σπιτικών λουκάνικων, τα πιο φαρδιά για τα σαλσίσια, ενώ τα παχιά και χοντρά για τις

λούζες. Ο τεμαχισμός του ζώου θέλει μεθοδικότητα και τέχνη. Οι τομές πρέπει να υπολογιστούν με ακρίβεια για να βγουν σωστά οι λούζες, τα παϊδάκια, τα παχιά,

τα σύγλινα και σίσιρα, τα ψαχνάδια για τα λουκάνικα, το χοιρομέρι και η δουριά, που σύμφωνα με την παράδοση δίνεται στον παπά του χωριού.

Όλοι οι χώροι του σπιτιού μετατρέπονται σε ένα μικρό εργαστήρι: στο πιο φαρδύ τραπέζι κόβεται ο κιμάς για τα λουκάνικα, δίπλα φτιάχνονται οι λούζες και

τα σκορδάτα σαλσίσια, αλλού κόβονται τα σύγλινα, ενώ κάποιοι καθαρίζουν τα αυτιά και τα άκρα των ποδιών για την πηχτή. Αναφέρεται πως τα παλαιότερα χρόνια

δεν πέταγαν τίποτα από το ζώο. Με τις τρίχες του σβέρκου, οι τσαγκάρηδες έραβαν τα παπούτσια, ενώ με το λίπος της ουράς, τα στεγανοποιούσαν. Μέχρι και

τα παιδιά έβρισκαν παιχνίδια από αυτή τη διαδικασία.

Η σούπα από τα βρασμένα κόκαλα με τα ψαχνά αποτελεί το βασικό φαγητό του δείπνου που ακολουθεί. Στο τραπέζι συμμετέχουν όλοι όσοι βοήθησαν στα χοιροσφάγια.

Ακόμη στους καλεσμένους συγκαταλέγονται ο παπάς, ο δάσκαλος και ο γιατρός (εάν υπάρχουν στο χωριό), αλλά και όσοι ξένοι βρίσκονται εκείνη τη στιγμή στον

οικισμό. Η δύσκολη αυτή ημέρα καταλήγει πάντα σε ένα γνήσιο λαϊκό πανηγύρι. Μεγάλες σειρές από τραπέζια στολίζονται με κάτασπρα τραπεζομάντιλα και τα επίσημα

σερβίτσια. Το δείπνο είναι πλουσιοπάροχο και εκτός από τη σούπα περιλαμβάνει ποικιλία από σαλάτες, τυριά, ελιές, σαρδέλες, βραστό κρέας με πατάτες, ντολμαδάκια

με κιμά από το χοίρο, συκώτι, γλυκάδια, φλεμόνι στιφάδο κ.ά. Ο νοικοκύρης κερνάει τους προσκεκλημένους του από το καινούριο βαρελίσιο του κρασί. Μετά την

προσευχή, ξεκινά το μεγάλο φαγοπότι. Συχνά υπάρχουν και όργανα: βιολιά και λαούτο. Αλλά και χωρίς αυτά, το γλέντι και ο χορός φουντώνουν από τα τραγούδια

των συνδαιτυμόνων.

Βεγγέρα: Αποτελεί ένα πανάρχαιο έθιμο που ξεκίνησε από τα κρύα βράδια του χειμώνα. Σήμερα, διατηρείται σε εξελιγμένη μορφή, τόσο στο λεξιλόγιο, όσο και

στις συνήθειες των Τηνίων καθόλη τη χρονιά.

Τα παλαιότερα χρόνια, η οικογένεια που προγραμμάτιζε να πάει σε μία βεγγέρα ετοίμαζε από νωρίς ένα λυχνάρι με λάδι και φυτίλι. Αυτό αποτελούσε τον απαραίτητο

φωτισμό για τη διαδρομή. Μετά το οικογενειακό δείπνο, ο πατέρας έδινε το σύνθημα της αναχώρησης. Η γυναίκα άναβε με σπίρτα το φυτίλι και όλοι μαζί ξεκινούσαν.

Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, το μικρότερο παιδί κράταγε το λυχνάρι και πήγαινε μπροστά. Πίσω του, ακολουθούσε το ανδρόγυνο και τα υπόλοιπα μέλη της

οικογένειας. Ο πατέρας καθοδηγούσε το μικρό παιδί έως ότου να καταλήξουν στο φιλικό ή συγγενικό σπίτι.

Φθάνοντας στον τελικό προορισμό τους, τα παιδιά των δύο (ή και περισσοτέρων) οικογενειών ξεκίναγαν τα παιχνίδια. Όταν κουράζονταν, έτρεχαν στον καναπέ

για να ακούσουν, με ιδιαίτερη χαρά, τα παραμύθια που τους διηγούνταν η γιαγιά. Στο στολισμένο τραπέζι, με διάφορες λιχουδιές, κάθονταν οι ενήλικες, ενώ

η νοικοκυρά του σπιτιού έπλεκε την προίκα της κόρης της. Η βεγγέρα διαρκούσε έως τις 10 ή 11 τη νύχτα. Στο τελείωμα της βραδιάς, οι καλεσμένοι άναβαν και

πάλι το λυχνάρι τους, ευχαριστούσαν τους οικοδεσπότες και επέστρεφαν στο σπίτι τους.

Έθιμο της Αγάπης: Πρόκειται για ένα πανάρχαιο έθιμο, που αναβιώνει κάθε χρόνο, τη Δευτέρα του Πάσχα, στο χωριό Κτικάδος. Έχει τις ρίζες του στην πρωτοχριστιανική

εποχή και σχετίζεται με τη βαθιά πίστη των Τηνίων στην Ανάσταση του Χριστού. Στόχος του εθίμου, που ονομάζεται Αγάπη, είναι αυτή την ημέρα, που ουσιαστικά

υμνείται η Ανάσταση του Ιησού, να συμφιλιωθούν όλοι οι πιστοί (Ορθόδοξοι και Καθολικοί) μεταξύ τους, αλλά και να τιμήσουν τους δικούς τους που δεν είναι

πια στη ζωή.

Έτσι μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας στην εκκλησία της Υπαπαντής, γίνεται περιφορά της εικόνας της Αναστάσεως σε ολόκληρο τον οικισμό. Στις δώδεκα

το μεσημέρι, η καμπάνα χτυπά χαρμόσυνα, προσκαλώντας τους κατοίκους, αλλά και τους επισκέπτες στην αίθουσα, χωρητικότητας 300 ατόμων, που βρίσκεται κάτω

από τον Ιερό Ναό. Εκεί υπάρχει ένα ευρύχωρο και μακρόστενο πέτρινο τραπέζι, με πεζούλια, το οποίο οι ντόπιοι αποκαλούν Κοινή Τράπεζα. Οι γυναίκες του χωριού

έχουν μαγειρέψει σούπα από μοσχάρι, ψητό κρέας, κυρίως μοσχαρίσιο και διάφορους άλλους εκλεκτούς μεζέδες, όπως το έθιμο επιβάλλει. Παράλληλα, έχουν φροντίσει

ώστε το τραπέζι να είναι εορταστικά στρωμένο.

Όλοι μαζί κάθονται σε αυτό το πραγματικά τεράστιο, ενιαίο τραπέζι, με προεξάρχοντα τον ιερέα. Μόλις σερβιριστεί το φαγητό, ο παπάς ψέλνει τρεις φορές το

Χριστός Ανέστη και αρχίζει το γεύμα. Ακολουθεί αλληλοσυγχώρηση μεταξύ των παρευρισκόμενων, τρισάγιο, ομιλία του εφημέριου, επιμνημόσυνη δέηση, ονομαστική

αναφορά στη μνήμη των αποθανόντων, καθώς και αναστάσιμοι ύμνοι στο μικρό παρεκκλήσι που βρίσκεται στον ίδιο χώρο.

Ροδάρια: Είναι ένα ιδιαίτερο έθιμο, μοναδικό σε ολόκληρη την Ελλάδα, το οποίο αναβιώνει κάθε Κυριακή του Θωμά στο μεγάλο πανηγύρι της Παναγίας της Λακκωτιανής,

στα Ιστέρνια. Η ροδάρια λαμβάνει χώρα μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας στην ομώνυμη εκκλησία, η οποία βρίσκεται λίγο έξω από τον οικισμό. Σύμφωνα με

το έθιμο, όλοι οι προσκυνητές κάθονται και γευματίζουν σε ένα κοινό τραπέζι, με πλούσια φαγητά. Εκείνη τη στιγμή, οι πιστοί ανταλλάσσουν με τα προσφιλή

και αγαπητά τους πρόσωπα τις ροδάριες, που είναι ένα μικρό μπουκέτο λουλουδιών, συνοδευόμενο από κάρτα με αναστάσιμες ευχές.

Η ροδάρια θυμίζει κατάλοιπο των αρχαίων Ανθεστηρίων, της μεγάλης τριήμερης γιορτής των ανθέων, που γίνονταν στην Αθήνα προς τιμή του Διόνυσου, κατά τη

διάρκεια του μήνα Ανθεστηρίωνα. Παράλληλα, αναμφισβήτητα έχει κοινά στοιχεία με το χριστιανικό έθιμο της Αγάπης.

Τραπέζι της Αδελφότητας: Πρόκειται για ένα ακόμη παλαιό χριστιανικό έθιμο, με μοναστηριακό τυπικό, που πραγματοποιείται τις ημέρες των Χριστουγέννων στον

Τριπόταμο. Κάθε χρόνο μία οικογένεια, της οποίας ο αρχηγός αποκτά τον τίτλο του Κάβου, αναλαμβάνει να φροντίζει την εκκλησία του χωριού, που είναι αφιερωμένη

στα Εισόδια της Θεοτόκου. Στις υποχρεώσεις της είναι να διατηρεί αναμμένο το καντήλι που βρίσκεται πάνω από την εικόνα της Γέννησης του Χριστού, καθόλη

τη διάρκεια του έτους. Επιπρόσθετα, διατηρεί το ναό καθαρό, επωμίζεται τα έξοδα της Θείας Λειτουργίας των Χριστουγέννων και της προμήθειας των κεριών,

ενώ είναι υπεύθυνη για την κατασκευή της μεγάλης λαμπάδας που χρησιμοποιείται στην τελετή της νέας χρονιάς.

Το μεσημέρι των Χριστουγέννων, ο Κάβος παραθέτει γεύμα στο σπίτι του, όπου συμμετέχουν μόνο οι άνδρες - αρχηγοί των οικογενειών του χωριού και ο ιερέας.

Οι προσκεκλημένοι φέρνουν μαζί τους, δεμένα σε μία πετσέτα, το πιρούνι, το κουτάλι, το ψωμί και το κρασί τους. Στο τραπέζι της αδελφότητας, ο Κάβος προσφέρει

πλουσιοπάροχο φαγητό, στο οποίο περιλαμβάνεται σούπα και βραστό από μοσχάρι, κοκκινιστό κρέας, στιφάδο, ντολμαδάκια και άλλα τοπικά εδέσματα. Το κρασί

σερβίρεται στα τάσια, δηλαδή σε κύπελλα ημισφαιρικού σχήματος από ορείχαλκο, τα οποία είθισται να χρησιμοποιούνται μόνο τη συγκεκριμένη μέρα.

Μετά το γεύμα, ο ιερέας και μερικοί από τους συνδαιτυμόνες μεταφέρουν την εικόνα της Γέννησης του Χριστού από την εκκλησία στο σπίτι του οικοδεσπότη, ψέλνοντας

χριστουγεννιάτικους ύμνους. Η εικόνα τοποθετείται πάνω στο τραπέζι, μοιράζεται αντίδωρο, ενώ οι παρευρισκόμενοι ανάβουν κεριά, όμοια με αυτά της πρωινής

λειτουργίας. Εκείνη τη στιγμή, ο παπάς ορίζει τον επόμενο Κάβο. Μετά το κέρασμα των παραδοσιακών γλυκισμάτων, η εικόνα επιστρέφει στην εκκλησία υπό τους

ψαλμούς χριστουγεννιάτικων ύμνων.

Την επόμενη μέρα (26 Δεκεμβρίου) μαζεύονται και πάλι όλοι οι άντρες στο σπίτι του παλιού Κάβου, για να αποτελειώσουν τα φαγητά που περίσσεψαν την προηγούμενη.

Τυπικά, οι υποχρεώσεις του παλιού Κάβου ολοκληρώνονται με το γεύμα των Χριστουγέννων. Ωστόσο, έως και την τελευταία μέρα του χρόνου, πρέπει να διατηρεί

αναμμένο το καντήλι. Μετά τη Θεία Λειτουργία της 31ης Δεκεμβρίου, ακολουθεί περιφορά της εικόνας για το ποδαρικό σε όλα τα σπιτικά του χωριού.

Σήμερα, η λίστα για τους Κάβους φτάνει έως το 2025, γεγονός που υποδηλώνει το έντονο ενδιαφέρον των ντόπιων για το συγκεκριμένο έθιμο. Όμως τα παλαιότερα

χρόνια, ο Κάβος βρίσκονταν πάντα την τελευταία στιγμή, καθώς οι οικονομικές συνθήκες ήταν ιδιαίτερα δύσκολες.

Έθιμο της Πρωτομαγιάς: Αναβιώνει έως και σήμερα σε αρκετές περιοχές του νησιού, ενώ παλαιότερα ήταν ένα από τα πιο δημοφιλή έθιμα. Σύμφωνα με την παράδοση,

όπως γίνεται σε ολόκληρη την Ελλάδα, έτσι και στην Τήνο, φτιάχνονται οι γνωστοί Μάηδες, τα λουλουδένια στεφάνια που στολίζουν τις πόρτες ή και τα μπαλκόνια

των σπιτιών. Η διαφορά είναι πως το βράδυ της παραμονής της 1ης Μαΐου, οι νεαροί τού κάθε οικισμού ξεχύνονται στα σοκάκια και «κλέβουν» τους Μάηδες και

τις γλάστρες από τις αυλές των κατοικιών, όπου διαμένουν ανύπαντρα κορίτσια. Στη συνέχεια πάνε και τοποθετούν τα «κλοπιμαία» τους στα περβάζια της εκκλησίας.

Το επόμενο πρωί, οι κοπέλες αναζητούν τα λουλούδια τους σε αυτό το χώρο.

Έθιμο του Κλήδονα: Ο Κλήδονας μεγαλουργεί στην εορτή του Αγίου Ιωάννη του Φωταρά (24 Ιουνίου). Ουσιαστικά, το έθιμο αναφέρεται σε ένα είδος λαϊκής μαντείας

που τελείται συνήθως τη συγκεκριμένη ημέρα. Λίγο νωρίτερα, κάθε ένας από τους κατοίκους του χωριού τοποθετεί κρυφά ένα αντικείμενο μέσα στον Κλήδονα, ο

οποίος και σφραγίζεται όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία. Την ημέρα της γιορτής, όλοι οι ντόπιοι συγκεντρώνονται για να τον ξεκλειδώσουν. Κάθε ένας από τους

συμμετέχοντες πιάνει στο χέρι του τυχαία ένα αντικείμενο. Για να πάρει πίσω το δικό του, πρέπει να απαγγείλει στίχους σε αυτόν που το κρατά. Σύμφωνα με

την παράδοση, στους παρευρισκόμενους προσφέρεται πίτα και βουνίσιο νερό. Σήμερα, το έθιμο αναβιώνει κυρίως στο χωριό Ιστέρνια.

Πανηγύρια: Τα πανηγύρια στην Τήνο δεν έχουν καμία σχέση με τα εμποροπανήγυρα που διοργανώνονται σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, αλλά ούτε και με το μεγάλο εορτασμό

της Παναγίας που πραγματοποιείται στη Χώρα το Δεκαπενταύγουστο. Αντίθετα, αποτελούν μέρος της ζωής των ντόπιων, περιβάλλονται από αρχαία έθιμα και παρακινούνται

από το θρησκευτικό αίσθημα. Ενδεικτικό είναι το γεγονός πως σε όλες ανεξαιρέτως τις εκκλησίες και τα εξωκλήσια του νησιού τελούνται μεγαλοπρεπείς Θείες

Λειτουργίες, την ημέρα του εορτασμού του τιμώμενου Αγίου, που συνοδεύεται από κέρασμα στον προαύλιο χώρο. Επίσης χαρακτηριστικό του τόπου είναι πως κάθε

πανηγύρι έχει το δικό του παραδοσιακό πιάτο. Ενδεικτικά αναφέρονται: τα ρεβίθια στον εορτασμό της Αγίας Βαρβάρας, οι καπνιστές σαρδέλες στο πανηγύρι του

Κτικάδου, οι ντολμάδες στη γιορτή των Εισοδείων στον Τριπόταμο κ.ά.

Ειδικότερα, την ημέρα που γιορτάζει ο ενοριακός ναός ενός χωριού, όλοι συμμετέχουν ενεργά στις προετοιμασίες. Τεχνίτες ασπρίζουν το εσωτερικό και το εξωτερικό

της εκκλησίας, ενώ οι γυναίκες καθαρίζουν το χώρο, γυαλίζουν τα καντήλια, τα μανουάλια και τοποθετούν λουλούδια στο Ιερό. Μετά την τελετή, ακολουθεί κέρασμα

στην αυλή. Στη συνέχεια, σύμφωνα με την παράδοση που διατηρείται αναλλοίωτη έως και τις ημέρες μας, όλα τα νοικοκυριά είναι ανοικτά τόσο για τους συντοπίτες,

όσο και για τους επισκέπτες. Έξω από την εκκλησία, δίνεται μία άτυπη μάχη για το ποιος από τους χωριανούς θα πρωτοπάρει στο σπίτι του τους προσκυνητές

που ήρθαν από άλλους οικισμούς ή ακόμη και τους τουρίστες.

Τραπέζια στρωμένα επίσημα με τα καλά σερβίτσια και τα κάτασπρα τραπεζομάντιλα, αλλά και πλουσιοπάροχα τοπικά εδέσματα με άφθονο κρασί αποτελούν αναπόσπαστο

κομμάτι του πανηγυριού, αλλά και της Τήνιας φιλοξενίας. Κρέας ιδιωτικής παραγωγής, σπιτικά τυράκια, λούζα, αγκινάρες τουρσί ή μαγειρεμένες, αρωματικά λαχανικά

από το περιβόλι είναι μόνο μερικά από τα φαγητά που συμπεριλαμβάνοντα στο εορταστικό γεύμα. Ειδικά τα σπιτικά που έχουν εορταζόμενο, υποδέχονται τους επισκέπτες

ως αργά το βράδυ. Ψαράκια, γλυκές τυρόπιτες, μαρέγκες, παστέλια, ξεροτήγανα και άλλα ντόπια γλυκίσματα προσφέρονται μαζί με το οικογενειακό ρακί σε όσους

περνούν για να ευχηθούν. Είναι γεγονός πως οι άνθρωποι που βρίσκονται για πρώτη φορά σε μία τέτοια γιορτή ζουν μία ξεχωριστή εμπειρία.

Σε πολλές περιπτώσεις, το πανηγύρι ολοκληρώνεται με το χορό του συλλόγου, στην κεντρική πλατεία του χωριού. Άντρες και γυναίκες κάθε ηλικίας χορεύουν μπάλλο

και συρτό στους ήχους των τοπικών οργάνων, που έχουν ως βάση το βιολί. Στις συνήθειες των ντόπιων είναι ο τραγουδιστής να σταματά τα όργανα και να τραγουδά

αυτοσχέδια δίστιχα, τα οποία συνήθως εξυμνούν τις χορευτικές ικανότητες των παρευρισκόμενων. Η καλή μουσική, η παρέα και το κρασάκι συντελούν στην εξαίσια

διάθεση για διασκέδαση.


Other related posts: