[orasi] Re: Ο έρωταςστηνποίηση τουΓιάννηΡίτσου - τηςΓιόλαςΑργυροπούλου - Παπαδοπούλου*

  • From: Χρηστος Χατζης <hatzishr@xxxxxxxxx>
  • To: <orasi@xxxxxxxxxxxxx>
  • Date: Wed, 2 Mar 2011 09:17:30 +0200

΄πόσο όμορφο!!! να είχαμε πολλά, πάραπολλα τέτια.
----- Original Message ----- 
From: "Kostas Theodoropoulos" <ksteo@xxxxxxxxx>
To: <orasi@xxxxxxxxxxxxx>
Sent: Saturday, February 26, 2011 9:24 PM
Subject: [orasi] Ο έρωτας στηνποίηση του ΓιάννηΡίτσου - της 
ΓιόλαςΑργυροπούλου - Παπαδοπούλου*


> Το άρθρο αυτό το αφιερώνω με πολλή συγκίνηση στη ΜΝΗΜΗ του Επίκουρου 
> Καθηγητή της Κλασικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργου Κατσή, 
> εκλεκτού συναδέλφου
> και φίλου μου, ο οποίος έφυγε τόσο πρόωρα από κοντά μας, αφήνοντας ένα 
> τεράστιο κενό στον χώρο του Πανεπιστημίου Αθηνών, και μια βαθύτατη θλίψη 
> στην ψυχή
> όλων εκείνων που τον γνώρισαν και τον αγάπησαν.
>
> Γιόλα Αργυροπούλου - Παπαδοπούλου
>
> Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΡΙΤΣΟΥ
>
> Έρωτα, κύμα φωτεινό στη θύελλα των σκιών,
>
> Εσύ δικαιώνεις τη ζωή γκρεμίζοντας τα ερέβη?
>
> πάνω απ' το σάλο υψώνεσαι, λαμπρόχρωμη αλκυών,
>
> και των ματιών Σου η θαλπωρή το πέλαγο ημερεύει.
>
> .......................
>
> Στης λογικής το πρόσταγμα η καρδιά δε θ' αντιδρά,
>
> σάρκα και νους θα δένονται στην άρπα Σου ένα τέλι
>
> κι από τα δάση των ξανθών βλεφάρων Σου φαιδρά
>
> θα βλέπουν οι έκθαμβοι άνθρωποι: τον Ήλιο ν' ανατέλλει.
>
> Είναι η πρώτη και η τελευταία στροφή ενός ποιήματος του Γιάννη Ρίτσου με 
> τίτλο Ωδή στον Έρωτα. Η μεγάλη έκταση του ποιήματος, αποτελούμενου από 41 
> τετράστιχες
> στροφές (δηλαδή 164 συνολικά στίχους), δεν μας εκπλήσσει, αφού ο έρωτας 
> αποτελεί για τον Ρίτσο μια αστείρευτη πηγή έμπνευσης, ένα σύνηθες μοτίβο 
> στο τεράστιο
> σε ποσότητα και ποιότητα ποιητικό του έργο.
>
> Από τα παιδικά, ανέφελα χρόνια του, ο ποιητής είχε δείξει σημάδια της 
> ευαισθησίας του. Στη Μονεμβασιά, όπου και γεννήθηκε τον Μάιο του 1909, 
> γινόταν ένα
> με τη φύση, κολυμπούσε, παρατηρούσε τα πουλιά και τα έντομα. Όταν ήταν 
> μαθητής, τα τετράδιά του των μαθηματικών ήταν γεμάτα από ήλιους κι από 
> λουλούδια.
> «Έφτιαχνα μαργαρίτες και παπαρούνες σβήνοντας τους αριθμούς» έλεγε ο 
> ίδιος. Η ευαίσθητη φύση του σε συνδυασμό με το περιβάλλον, που οικοδομούσε 
> γύρω του
> η μητέρα του Ελευθερία Ρίτσου, τον οδήγησαν από νωρίς, σε ηλικία μόλις 8 
> ετών, να γράψει τους πρώτους του στίχους. Η μετέπειτα ζωή του υπήρξε 
> ταραγμένη
> και περιπετειώδης, χαρακτηριζόμενη από ασθένειες και πολιτικές διώξεις. Ο 
> Γιάννης Ρίτσος θεωρείται ως ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους της 
> νεοελληνικής
> ποίησης. Ο ίδιος ο Κωστής Παλαμάς είχε αναγνωρίσει την αξία του. «Να 
> παραμερίσουμε, ποιητή, για να περάσεις» είχε γράψει σε κάποιο ποίημά του 
> για τον Ρίτσο.
>
> Τα μεγάλα θέματα στον ποιητικό λόγο είναι ο Θεός, η φύση, ο θάνατος και ο 
> έρωτας. Και ο Γιάννης Ρίτσος δεν είναι μόνον ο σκεπτικιστής και υπαρξιακός 
> ποιητής
> ή ο βάρδος των λαϊκών αγώνων, είναι παράλληλα ένας βαθιά ερωτικός και 
> γνήσια αισθησιακός ποιητής.
>
> Η Εαρινή συμφωνία, γραμμένη το 1938, αποτελεί την πρώτη εκτενή ποιητική 
> συλλογή του Ρίτσου, με κύριο θέμα την ερωτική αγάπη. Όπως υποδηλώνει ο 
> τίτλος, ανήκει
> στην άνοιξη και στη μουσική. Την άνοιξη του 1938 ο Ρίτσος, βρισκόμενος 
> ακόμη στο Σανατόριο της Πάρνηθας, έρχεται σε καθημερινή επαφή με τη Φύση, 
> κι εκεί
> προαισθάνεται τον ερχομό της προδιαγεγραμμένης από τη Μοίρα γυναίκας:
>
> Τις νύχτες
>
> αφουγκραζόμουν τους θρόους της σιγής.
>
> Κ' ήρθες εσύ.
>
> «Κάθε ποιητής προσφέρει στίχους στην αγαπημένη του - αυτά είναι τα δώρα 
> που διαθέτει. Το ερωτικό ποίημα είναι μια εκτόνωση: ναρκισσική επίδειξη, 
> χειρονομία
> και γητειά. Ο έρωτας θέλει να φανερωθεί, να διαιωνιστεί, να γραφτεί στο 
> μάρμαρο. Ο Ρίτσος γράφει ποιήματα, και, σαν τα ωδικά πτηνά, δεν ακούει 
> παρά τον
> κελαδισμό του. Η αμαρτωλή Βαβυλώνα έχει λησμονηθεί. Το σώμα του φυματικού 
> αναπαύεται σε μια "λευκή χιονισμένη κορυφή". Το πνεύμα του απολαμβάνει το 
> απόλυτο
> που έχει εισβάλει στη ζωή του: τον τέλειο έρωτα, την ιδανική γυναίκα, τη 
> λύτρωση από τον πόνο. Αυτή είναι η ύλη της "Εαρινής συμφωνίας", ποιήματος 
> ενός
> ζεύγους θνητών», όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Παντελής Πρεβελάκης («Ο 
> ποιητής Γιάννης Ρίτσος», σ. 88).
>
> Όχι θωπεία. Όχι όνειρο.
>
> Πιο πέρα.
>
> Εκεί που καταλύεται τ' όνειρο
>
> κ' η φθορά έχει φθαρεί.
>
> Κ' ήρθες εσύ.
>
> ......
>
> Μη με καλέσεις ακόμη.
>
> Ας παρατείνουμε
>
> αυτές τις ώρες τις θαμπές
>
> τις υπερπληρωμένες
>
> που δυο κόσμοι
>
> ανταμώνονται
>
> ......
>
> Αγαπημένη
>
> τι προετοιμάζεται για μας
>
> μέσα στο βλέμμα των θεών
>
> πίσω απ' αυτή τη φωταψία;
>
> O ποιητικός λόγος του Ρίτσου κυλάει σαν το γάργαρο νερό μιας αστείρευτης 
> κι αμόλυντης πηγής. Συλλαβές και λέξεις μοιάζουν με νότες μιας επουράνιας 
> μελωδίας.
> Φράσεις και στίχοι αποπνέουν μιαν άφατη τρυφερότητα, και συγχρόνως ένα 
> πάθος φλογερό κι ασίγαστο.
>
> Εσύ μου 'φερες
>
> τον καινούργιο καιρό
>
> το φως της αυγής
>
> και το αίμα μου.
>
> .......
>
> Γεύομαι στα χείλη σου
>
> την πρασινάδα της εξοχής
>
> και τους θρύλους της θάλασσας.
>
> Η ζέστα του κορμιού σου
>
> με ντύνει τον ήλιο.
>
> Αναμφισβήτητα, η αγάπη στην Εαρινή συμφωνία έχει τη μορφή της αγιότητας.
>
> Τυλιγμένος εγώ το κορμί σου
>
> γυμνός
>
> δίχως άνθος φωνή και τραγούδι.
>
> Κανένα φως άλλο
>
> να μην ισκιώνει το φως
>
> που ανατέλλει απ' τη σάρκα σου.
>
> Η αγάπη
>
> πιο μεγάλη
>
> απ' τη σιωπή
>
> γεφυρώνει το θεό με τον άνθρωπο
>
> και γεμίζει το απέραντο χάσμα
>
> με φτερά και λουλούδια.
>
> Κλείνω τα μάτια.
>
> Ζω κι αγαπώ.
>
> «Ο έρωτας που ο Ρίτσος υμνεί στην Εαρινή συμφωνία δεν είναι φαινόμενο 
> κοινωνικό, αλλά θεμελιακό ένστικτο. Είναι μια ειμαρμένη που οδηγεί στην 
> αποθέωση (Δάντης
> - Βεατρίκη) ή στο θάνατο (Ρωμαίος - Ιουλιέτα). Υπό αυτές τις συνθήκες, το 
> ποίημα είναι γέννημα μεθυστικής ευφορίας. Ο ποιητής έχει την απόδειξη της 
> εντελέχειάς
> του, πάει να πιστέψει πως είναι θεόπνευστος, αν όχι θεός. Ο οίστρος που 
> τον κεντά τον κάνει ικανό ν' ανακαλύπτει πράγματα άγνωστα στους κοινούς 
> θνητούς.
> Οι ομότεχνοί του βάζουν σε τάξη κανονικά βιώματα, μπορεί μάλιστα να 
> υπερτερούν σε τεχνουργία και λογική συνέπεια. Ο δαίμων είναι εκείνος που 
> δεν τιθασεύεται?
> αυθαδιάζει, παραληρεί, εκτροχιάζεται, υπερβαίνει τα όρια» αναφέρει ο 
> Παντελής Πρεβελάκης (σσ. 88 - 89).
>
> Αγαπημένη
>
> όλη η ψυχή μου τρέμει
>
> φύλλωμα ευγνωμοσύνης.
>
> Γονατισμένος προσεύχομαι.
>
> Θεέ μου Θεέ μου
>
> η αγάπη μου 'χε λείψει
>
> για να χαρώ και να νοήσω
>
> το μεγαλείο σου.
>
> Από την αρχέγονη ανάγκη του άντρα να συνδέσει την αγαπημένη του με το δικό 
> του παρελθόν, και να την κάνει να γνωρίσει τις ρίζες του, ο ιδανικός 
> εραστής
> της Εαρινής συμφωνίας οδηγεί τη γυναίκα που αγαπά στη γενέθλιο γη, και την 
> εγκαθιστά στο ερημωμένο πατρικό του σπίτι.
>
> Πιασμένοι απ' το χέρι
>
> θα κατεβούμε τη μαρμάρινη σκάλα
>
> που έχει φθαρεί απ' τα βήματα
>
> των φθινοπωρινών σκιών.
>
> Πάμε στους αγρούς
>
> να φορέσουμε στα δάχτυλα
>
> τις παπαρούνες και τον ήλιο
>
> και την καινούργια χλόη.
>
> Στις παιδικές αναμνήσεις, η μορφή του Χριστού παρουσιάζεται ως κυρίαρχη.
>
> Άκου τα σήμαντρα
>
> των εαρινών εκκλησιών.
>
> ...........
>
> Αγαπημένη
>
> κόβοντας χαμομήλια
>
> και βλέποντας τη θάλασσα
>
> θα ξαναπούμε
>
> την παιδική μας δέηση
>
> μαζί με τα πουλιά και με τα φύλλα.
>
> Κι από βαθιά κι από μακριά τα σήμαντρα
>
> των παιδικών εκκλησιών
>
> θα τραγουδούν το τραγούδι
>
> της τρυφερής Ναζαρέτ
>
> πάνω απ' τους πράσινους κάμπους.
>
> Η ευτυχία των δύο νεαρών εραστών της Εαρινής συμφωνίας είναι άθικτη, 
> αράγιστη, αδιασάλευτη? το νεαρό ζευγάρι ζει «μές στην πλήρη στιγμή, μές 
> στην αιωνιότητα».
> Hic et nunc! Εδώ και τώρα!
>
> Ένας γόος ευτυχίας
>
> ανεβαίνει απ' τα σπλάχνα της γης
>
> απ' τα σπήλαια του δάσους
>
> μές στην έκθαμβη νύχτα
>
> διαπερνάει το χρόνο
>
> και το διάστημα.
>
> Μέσα του σφαδάζει
>
> όλη η ζωή κι όλος ο θάνατος.
>
> Ο ποιητής της Εαρινής συμφωνίας είναι «ένα παιδί που κοιμήθηκε είκοσι οκτώ 
> Απριλίους για να ξυπνήσει στα χέρια» της γυναίκας που του 'χε γράψει η 
> Μοίρα.
>
> Αγάπη Αγάπη
>
> δε μου 'χες φέρει εμένα
>
> μήτ' ένα ψίχουλο φωτός για να δειπνήσω.
>
> ..................
>
> Γι' αυτό κ' οι πιο λαμπροί μου στίχοι
>
> είχαν κρυμμένο στην καρδιά τους
>
> ενός λυγμού το τρεμοσάλεμα
>
> γιατί έλειπες απ' την καρδιά μου Αγάπη.
>
> .................
>
> Ζητώντας το θεό
>
> ζητούσα εσένα.
>
> ................
>
> Για σένα Αγάπη ετοίμασα τα πάντα
>
> κι αν έμαθα να τραγουδώ τόσο γλυκά
>
> είταν γιατί στην ίδια τη φωνή μου
>
> ζητούσα να 'βρω τα ίχνη των βημάτων σου
>
> ζητούσα να φιλήσω
>
> μονάχα και τη σκόνη του ίσκιου σου
>
> ω Αγάπη.
>
> ....
>
> Πώς θα πληρώσεις τώρα.
>
> ένα παιδί που κοιμήθηκε
>
> εικοσιοκτώ Απριλίους
>
> για να ξυπνήσει στα χέρια σου;
>
> Τώρα πια ο λυτρωμένος ποιητής υμνεί, ψάλλει το μεγαλείο του απόλυτου 
> έρωτα, την ακυβέρνητη ορμή του παράφορου και παντοδύναμου ερωτικού πάθους.
>
> Το κορμί μας περήφανο
>
> απ' της χαράς την ομορφιά.
>
> Το χέρι μας παντοδύναμο
>
> απ' την ορμή της αγάπης.
>
> Μέσα στη φούχτα της αγάπης
>
> χωράει το σύμπαν.
>
> Άξιζε να υπάρξουμε
>
> για να συναντηθούμε.
>
> .........
>
> Μές απ' το βλέμμα σου
>
> αγαπημένη
>
> κοιτάω τον κόσμο.
>
> ..........
>
> Δεν ξέρω πια να τραγουδώ.
>
> Σου ανήκω.
>
> Η ζωή μού ανήκει.
>
> Ο ποιητής της Εαρινής συμφωνίας αναπολεί με απέραντη νοσταλγία τα παιδικά 
> και τα εφηβικά του χρόνια, δίπλα στην αγαπημένη του? γλυκό καταφύγιο, 
> λιμάνι απάνεμο
> η αγκαλιά της ? κι εκεί βρίσκει ξανά τη χαμένη του μητέρα.
>
> Αγάπη εσύ μου ξανάφερες
>
> τ' άσπρα πουλιά της μητέρας
>
> κι αυτή την άγκυρα που δένει
>
> στο σιγανό λιμάνι
>
> τα πληγωμένα καΐκια.
>
> Όλη μου η ομορφιά συνάζεται
>
> για να στολίσει τα μαλλιά σου.
>
> Κι ό,τι γλυκό και τρυφερό
>
> που είταν δικό μου κ' έμενε σαν ξένο
>
> και μ' είχε λησμονήσει
>
> ξανάρχεται στα χέρια σου
>
> να ζεσταθεί
>
> να ξαναζήσει
>
> και να σε φιλήσει.
>
> Ο ποιητής εκστασιάζεται και παραληρεί, κυριευμένος από έναν άνευ ορίων 
> έρωτα, από μιαν απροσμέτρητη και υπεράνθρωπη ευτυχία.
>
> Πώς θα βαστάξουμε
>
> στους φιλημένους ώμους μας
>
> όλη την πλάση;
>
> .......
>
> Η πλήρωση έφτασε.
>
> Δε μένει τίποτ' άλλο.
>
> Τύλιξέ με.
>
> Φοβούμαι αγαπημένη.
>
> Πώς μπορεί η γη
>
> να κρατήσει στα χέρια της
>
> τόση ευτυχία;
>
> Όμως, ο αποχαιρετισμός πλησιάζει, αφού κάθε ανθρώπινο γεγονός εμπεριέχει 
> τη φθορά και την καταστροφή του. Κι αυτός που απομακρύνεται είναι ο 
> άντρας.
>
> Όχι. Όχι.
>
> Δε θέλω να φύγω.
>
> Κράτησέ με.
>
> Η θεϊκή τους ευδαιμονία δεν κράτησε παρά ελάχιστους μήνες, από την άνοιξη 
> μέχρι το τέλος του φθινοπώρου.
>
> Μας άγγιξε ψυχρό
>
> το φθινοπωρινό λυκόφως.
>
> ............
>
> Έρχεται η νύχτα.
>
> Μια σιωπηλή αστραπή
>
> ρυτιδώνει χαμηλά
>
> τον ορίζοντα.
>
> Παντού σαλεύουν
>
> αποχαιρετισμών μαντήλια.
>
> Η θνητή αγαπημένη, δίχως φωνή, βουλιάζει στην εξαθλίωση, ενώ -αντίθετα- ο 
> ποιητής φλέγεται από έναν δημιουργικό πυρετό.
>
> Αστράφτει ο κόσμος
>
> έξω απ' τη λύπη σου
>
> φως κ' αίμα
>
> τραγούδι και σιωπή.
>
> .........
>
> Ανοίχτε τα παράθυρα.
>
> ..........
>
> Αστράφτει ο κόσμος
>
> ακούραστος.
>
> Κοιτάχτε.
>
> Στις Σημειώσεις στα περιθώρια του χρόνου (1938 - 1941) ανήκει το Γυμνό, 
> ένα επτάστιχο θαυμάσιο ποίημα με καθαρά ερωτικό χαρακτήρα.
>
> Εδώ, στην ακαταστασία της κάμαρας,
>
> ανάμεσα στα σκονισμένα βιβλία
>
> και στα γεροντικά πορτραίτα,
>
> ανάμεσα στο ναι και στο όχι τόσων σκιών,
>
> μια στήλη ασάλευτο φως,
>
> εδώ, σ' αυτή τη θέση
>
> που 'χες γδυθεί μια νύχτα.
>
> Στις Ασκήσεις, μια υπέροχη ποιητική συλλογή, γραμμένη την δεκαετία 1950 - 
> 1960, διαβάζουμε ένα θαυμάσιο ποίημα, όπου με τρόπο λιτό αλλά μεστό ο 
> Ρίτσος υμνεί
> τον έρωτα. Ο τίτλος του Φως.
>
> Ένα κλαδάκι μυγδαλιάς
>
> μπρος στο παράθυρο,
>
> ένα κλαδάκι μοναχά
>
> σου κρύβει το μισό χωριό.
>
> Ο έρωτας με την παλάμη του
>
> σου κρύβει όλο τον κόσμο.
>
> Μένει το φως μονάχα.
>
> Στην ίδια συλλογή ανήκει και το ερωτικό ποίημα με τίτλο Δύο.
>
> Την ώρα που σφίγγαμε τα χέρια, δεν άκουγες
>
> τον αγέρα που χωνόταν ανάμεσα στις παλάμες μας.
>
> Είταν η μνήμη κιόλας που προετοιμαζόταν.
>
> Είταν ο χωρισμός πριν απ' την ένωση. Δεν άκουγες.
>
> Είσουνα ολόκληρη? ζωσμένη όλη τη γύμνια σου,
>
> τόσο περήφανα απροστάτευτη, σαν ένα δάσος μές στην πυρκαϊά.
>
> Από τον Απρίλιο του 1974 έως τον Ιούλιο του 1975, ο Γιάννης Ρίτσος, 
> εμπνευσμένος από την τραγωδία του Ευριπίδη «Ιππόλυτος Στεφανηφόρος», 
> γράφει τη Φαίδρα,
> ένα από τα υπέροχα εκείνα αρχαιόθεμα, μυθολογικά ποιήματά του. Θεματικό 
> πυρήνα του εκπληκτικού αυτού ερωτικού ποιήματος αποτελεί ο πασίγνωστος - 
> ήδη από
> την αρχαιότητα - μύθος της Φαίδρας, θυγατέρας του Μίνωα και της Πασιφάης, 
> και συζύγου τού Θησέα, η οποία κυριεύεται από ένα ανόσιο και παράφορο 
> ερωτικό
> πάθος για τον Ιππόλυτο, γιο του άντρα της Θησέα από την πρώτη του γυναίκα, 
> την Αμαζόνα Αντιόπη. Ο πανέμορφος νεαρός Ιππόλυτος, αφιερωμένος στην 
> παρθενική
> Άρτεμη, τη θεά της αγνότητας και του κυνηγιού, προτιμάει τα κυνήγια του 
> από τον έρωτα που του προτείνει η μητρυιά του, υποκινούμενη από τη θεά 
> Αφροδίτη.
> Η Φαίδρα, παραφρονημένη από τον άμετρο έρωτά της, καταγγέλλει στον Θησέα 
> τον γιο του πως δήθεν θέλησε να την βιάσει, και ο Θησέας εξοργισμένος ή 
> τον εξορίζει
> ή (σύμφωνα με άλλη παράδοση) εμπιστεύεται την εκδίκησή του στον Ποσειδώνα, 
> ο οποίος βγάζει από τα κύματα έναν τεράστιο δράκοντα, κάνει τα άλογα που 
> σέρνουν
> το άρμα του Ιππολύτου να αφηνιάσουν, και τελικά προξενεί τον θάνατό του. Η 
> Φαίδρα καταλαμβάνεται από τύψεις, και αυτοκτονεί.
>
> Η Φαίδρα του Γιάννη Ρίτσου είναι έρμαιο της Μοίρας. Ο ποιητής το δηλώνει 
> αυτό από την αρχή, καθώς θέτει στην προμετωπίδα του ποιήματός του, που το 
> αφιερώνει
> στον Γιάννη Τσαρούχη, τους ευριπίδειους στίχους από τον «Ιππόλυτο»: «Είναι 
> φυσικό, άμα οι θεοί το θέλουν, οι θνητοί να σφάλλουν». Η Φαίδρα υποκύπτει 
> στην
> ερωτική μανία που της έχει εμφυσήσει η θεά Αφροδίτη. Το πάθος της δεν έχει 
> ψυχολογικά αίτια, όπως π.χ. της Μήδειας, που αφηνιάζει από ζήλια, όταν την 
> προδίδει
> ο Ιάσων, ή της Διδούς, που αλλοφρονεί, όταν την εγκαταλείπει ο Αινείας. Το 
> πάθος της Φαίδρας είναι θεόσταλτο. Όσο για τον Ιππόλυτο, που περιφρονεί 
> τον
> νόμο του έρωτα, τελικά γίνεται κι αυτός θύμα της Αφροδίτης. «Χωράει τόση 
> οργή στις θεϊκές ψυχές;» αναρωτιέται ο μέγιστος Λατίνος ποιητής Βιργίλιος, 
> με
> αφορμή τον κατατρεγμό τού Αινεία από την Ήρα. («Αινειάς» Ι, 11: tantaene 
> animis caelestibus irae?).
>
> Στο προλογικό σημείωμα του ποιήματος, το σκηνικό του οποίου τοποθετείται 
> σ' ένα αρχοντικό στην Τροιζήνα, ο Ρίτσος γράφει μεταξύ άλλων: «Ανοιξιάτικο 
> απόγευμα,
> πολύ ήσυχο. Στη μεγάλη.κάμαρα, μια γυναίκα, ίσως πάνω από σαράντα χρονώ, 
> σε μια πλεχτή κουνιστή πολυθρόνα, λικνίζεται ελαφρά. Η ακρίβεια του ρυθμού 
> δείχνει
> μια αυστηρή θέληση που κινδυνεύει. Κρατάει τα μάτια της κλεισμένα. Άσπρες 
> λεπτές κουρτίνες στα παράθυρα. Ανάμεσα στις δυο ανοιχτές μπαλκονόπορτες. 
> ένας
> μεγάλος καθρέφτης. Ένα μαρμάρινο τραπέζι.Το φως, παρ' ότι πλησιάζει το 
> λιόγερμα, παραμένει λευκό, διάχυτο. Άξαφνα, έξω στην αυλή, οπλές αλόγων, 
> αλυχτήματα
> σκυλιών, μια νεανική φωνή, κυριαρχική. Ταυτόχρονα, ο καθρέφτης, το 
> τραπέζι, οι κουρτίνες, οι τοίχοι, πορφυρώνουν. Η γυναίκα σηκώνεται με 
> απότομη κίνηση.
> Βγαίνει στο διάδρομο. Ακούγεται η φωνή της. Ίσως κάτι παραγγέλνει στην 
> Τροφό. Επιστρέφει. Το δωμάτιο κατακόκκινο, κι αυτή κατακόκκινη. Παίρνει 
> την πρώτη
> θέση της - ακίνητη τώρα. Αμέσως μπαίνει ο νέος. Όμορφος, ιδρωμένος, με 
> ανάστατα μακριά χρυσά μαλλιά. Σίγουρα γυρίζει από κυνήγι. Χαιρετάει με 
> σεβασμό,
> που δεν του λείπει κάποια αμηχανία. Η γυναίκα κοιτάζει τα εύγραμμα πόδια 
> του, ξαναμμένα απ' τον ήλιο. Μικρή σιωπή. Του δείχνει την πολυθρόνα 
> αντίκρυ της.
> Το φως του δωματίου γυρίζει απ' το κόκκινο προς το χρυσό μενεξελί. Τον 
> κοιτάζει πάντα στα πόδια, όχι στο πρόσωπο. Με μια χειρονομία ανεξήγητα 
> προκλητική,
> ανάβει τσιγάρο. Φυσάει τον καπνό. Μιλάει».
>
> Σε κάλεσα. Δεν ξέρω πώς ν' αρχίσω. Περιμένω να βραδιάσει,
>
> να μεγαλώσουν στον κήπο οι σκιές, να μπουν στο σπίτι
>
> οι σκιές των δέντρων και των αγαλμάτων, να μου κρύψουν το πρόσωπο, τα 
> χέρια,
>
> να μου κρύψουν τα λόγια που, ασχημάτιστα ακόμη, διστάζουν? - αυτά που δεν 
> ξέρω,
>
> που τα φοβάμαι.
>
> Η Φαίδρα έχει πια παραδοθεί σ' ένα μακρό μονόλογο, ενώ ο νέος παραμένει 
> σιωπηλός. Κάθε λέξη της είναι πυρωμένη από αισθησιασμό.
>
> Η αγιότητα της στέρησης -
>
> έτσι έλεγες? - δεν καλοθυμάμαι? (της στέρησης ή της άρνησης έλεγες;).
>
> Τι αστόχαστα λόγια -
>
> η νίκη της θέλησης έλεγες - ποια θέληση; ποια νίκη; -
>
> .......................
>
> Την αγιότητα πριν απ' την αμαρτία
>
> δεν την πιστεύω? - ανημπόρια τη λέω, δειλία τη λέω? -
>
> Το ανυπόταχτο ερωτικό πάθος της την ωθεί στην επιθυμία να φορέσει τα ρούχα 
> κάποιου δούλου του, και να τον ακολουθήσει στα κυνήγια του.
>
> Κάποτε σκέφτηκα
>
> να φορέσω τα ρούχα ενός δούλου σου ή ενός ιπποκόμου για να 'ρθω μαζί
>
> σου στο κυνήγι,
>
> να σε γνωρίσω στο χώρο σου, - πώς τρέχεις, πώς σκοπεύεις, πώς σκοτώνεις,
>
> να παρακολουθήσω τις ωραίες, ανεξάρτητες κινήσεις σου.
>
> .........................
>
> Δε σ' το κρύβω:
>
> πολλές φορές ονειρεύτηκα να κρυφτώ σ' ένα θάμνο, στο δάσος,
>
> να κινώ σαν αγρίμι τα κλαδιά, να με τοξεύσεις,
>
> να 'μαι το σπάνιο θήραμά σου? - όταν θα μ' έπαιρνες μετά στα χέρια
>
> σου να με φέρεις στο αμάξι
>
> θα 'χα στα μάτια μου λέω δυο πράσινα φύλλα για να μπορείς να σκύψεις
>
> σιμότερα στο πρόσωπό μου.
>
> Τι κυνηγάς, αλήθεια; Μήπως
>
> όλα σου τα θηράματα τα προσφέρεις στην Άρτεμη; Πολύ θα το 'θελα ωστόσο
>
> ένα φτερό σε χρώμα βαθυγάλαζο για το καπέλο μου? - ίσως θα μπορούσες
>
> ν' αφιερώσεις κάτι και σε μένα. Βαθυγάλαζο, ναι,
>
> όπως τα μάτια μου, και τα δικά σου εξάλλου.
>
> ....................
>
> . Ίσως και συ να το ξέρεις:
>
> τα πιο όμορφα πράγματα τα λέμε συνήθως
>
> για ν' αποφύγουμε να πούμε μιαν αλήθεια? κ' ίσως
>
> αυτή η αποσιωπημένη αλήθεια να 'ναι που δίνει
>
> τη μεγάλη ομορφιά κι αοριστία
>
> σ' αυτά τα τετριμμένα ξένα λόγια.
>
> Η αοριστία πάντα
>
> μαρτυράει κάτι βαθύ κι ορισμένο - πιθανόν τραγικό ή και κτηνώδες -
>
> μια θυσιασμένη επιθυμία.
>
> ............
>
> Τούτο το σπίτι
>
> είναι γεμάτο απ' τον ίσκιο σου. Το σπίτι είναι σώμα, - το αγγίζω, με 
> αγγίζει,
>
> κολλάει απάνω μου, τις νύχτες ιδίως.
>
> Δεν έχω πια πού να κρυφτώ. Κλείνω σφιχτά τα μάτια
>
> και φέγγω ολόκληρη και βλέπομαι
>
> στιλπνή, γλιστερή, αμετακίνητη.
>
> Το σπίτι είναι σώμα?
>
> είναι το σώμα σου, μαζί με το δικό μου.
>
> Ο λόγος της Φαίδρας του Γιάννη Ρίτσου κυλάει εντυπωσιακά ασυγκράτητος, 
> ολόφωτος, πύρινος. Η γυναίκα βρίσκεται ολοκληρωτικά στο έλεος της 
> Αφροδίτης. Ωστόσο,
> είναι υποχρεωμένη να κρύβει το πάθος της πίσω από ένα προσωπείο, κι όλο να 
> φοβάται μήπως πέσει αυτό το προσωπείο και φανεί το αληθινό της πρόσωπο.
>
> Βράδιασε πια. Σκοτείνιασε. Δε βλέπω τη μορφή σου. Καλύτερα. Δε βλέπω
>
> την προσωπίδα σου (γιατί φορείς και συ προσωπίδα? αγιότητα πες την,
>
> αγνότητα πες την - προσωπίδα). Καλύτερα έτσι. Μαντεύω μές στον ίσκιο
>
> τον αποτροπιασμό σου. Ω ανόητε ωραίε, - να το θυμάσαι:
>
> αυτοί που πόνεσαν πολύ γνωρίζουν να εκδικούνται.
>
> Τι πικρά που νυχτώνει.
>
> Βγήκαν τ' αστέρια. Τρυπούν σαν αγκάθια.
>
> Ένα απέραντο χάσμα χωρίζει την ερωτευμένη γυναίκα από τον παρθενικό νέο, 
> ένα χάσμα που παραμένει κυριολεκτικά αγεφύρωτο. Και η Φαίδρα διερωτάται:
>
> Μη τάχα προορισμός της γυναίκας είναι η γέννηση; ή μήπως
>
> προορισμός της αθέλητος ο έρωτας; - το μαρτύριο κ' η δόξα του ανθρώπου.
>
> Μπορείς να πηγαίνεις.
>
> Και στο τέλος ξεσπάει με συντριβή:
>
> Φύγε, λοιπόν. Τι μου στέκεις εκεί απολιθωμένος; Έμπα στο λουτρό σου,
>
> έμπα να ξεπλυθείς απ' τα ανόσιά μου λόγια, απ' τα ανόσιά μου μάτια,
>
> απ' τα κόκκινα, λασπωμένα μου μάτια.
>
> Ίσως κει μέσα
>
> ν' αφαιρέσεις για λίγο και συ το προσωπείο σου, τη γυάλινή σου πανοπλία,
>
> την παγωμένην αγιοσύνη σου, τη φονική σου δειλία. Φεύγα σου λέω.
>
> Δεν αντέχω
>
> την ύβρη της σιωπής σου.
>
> Στο σημείωμα του επιλόγου ο Ρίτσος σημειώνει μεταξύ άλλων: «Σηκώνεται 
> πρώτη.Προχωρεί προς τη μεσαία πόρτα., εξαφανίζεται.Ο νέος φεύγει.πιθανόν 
> προς το λουτρώνα.
> Η αίθουσα ολότελα άδεια, βουβή. Άξαφνα κατακλύζεται από ήχους νερού που 
> διαρκώς δυναμώνουν, σαν κάποιος, πλάι, εκεί κοντά, παίρνει το λουτρό τού 
> εξαγνισμού.Λίγο
> αργότερα, έξω στην αυλή, θόρυβος από τροχούς άμαξας και οπλές αλόγων. Απ' 
> τα δεξιά μπαίνει ένας άντρας (ο Θησέας). Ανάστημα επιβλητικό, σκοτεινό. 
> Κανείς
> εδώ;.Ανάβει τη λάμπα. Πλησιάζει τη μεσαία πόρτα. Φωτίζεται το εσωτερικό. 
> Στο δοκάρι της οροφής, η κρεμασμένη. Ένα μεγάλο χαρτί στη ζώνη της. Το 
> παίρνει.
> Διαβάζει: "Ο γιος σου, ο γιος της Αντιόπης, δοκίμασε να με βιάσει". 
> Κραυγή. Όχι θρήνος. Κατάρα. Η τρομερή προσταγή. Συνάζονται δούλοι, 
> αμαξάδες, η γριά
> Τροφός, υπηρέτριες. Ο νέος βγαίνει απ' το λουτρό.Ακούει σιωπηλά την 
> καταδίκη του. Γονατίζει. Έξω, στην αυλή, οι προβολείς των δύο 
> αμαξιών.ρίχνουν σταυρωτά
> τις σκιές των δύο αγαλμάτων, της Αφροδίτης και της Άρτεμης, πάνω στο σώμα 
> της κρεμασμένης».
>
> Το βιβλίο με τίτλο Ερωτικά περιλαμβάνει ποιήματα του Γιάννη Ρίτσου, 
> γραμμένα μεταξύ των ετών 1980 - 81. Τα ποιήματα αυτά αποτελούν τρεις 
> επιμέρους ενότητες:
> Μικρή σουίτα σε κόκκινο μείζον, Γυμνό σώμα και Σάρκινος λόγος. Το ερωτικό 
> στοιχείο δεσπόζει στις περισσότερες συνθέσεις του Ρίτσου, που γράφτηκαν 
> από το
> 1977 μέχρι το 1985, δηλ. κατά την τελευταία δεκαετία, η οποία αναμφίβολα 
> υπήρξε η πιο δημιουργική και της ζωής και του έργου του ποιητή.
>
> Στα «Ερωτικά», η ερωτική αγάπη, και ως σεξουαλικό ένστικτο και ως έξαρση 
> συναισθημάτων, δημιουργεί μέσα στην καθημερινότητα έναν ολόφωτο χώρο 
> μαγείας, έναν
> χώρο ιδανικό που κανείς και ποτέ δεν είναι δυνατόν να παραβιάσει. Στην 
> ενότητα Σάρκινος λόγος, εντυπωσιαζόμαστε από την παρουσία της φύσης, καθώς 
> οι αναφορές
> του ποιητή σε φυτά και άνθη, σε ζώα κι έντομα, αλλά και σε μουσικά όργανα 
> ή σε αντικείμενα τεχνολογικού πολιτισμού, κυριολεκτικά κυριαρχούν. Όλα 
> ηχούν,
> παράγουν μουσική, κινούνται, μετακινούνται. Η ερωτική μέθη και η 
> συναισθηματική ένταση των προσώπων διατυπώνονται με τις εικόνες ενός 
> φυσιολατρικού στοιχείου
> που κατακλύζεται από ζωή, που βρίσκεται σε οργιαστική κίνηση και σε 
> ερωτική έξαρση.
>
> Θέλω να περιγράψω το σώμα σου.
>
> Το σώμα σου είναι απέραντο.
>
> Το σώμα σου είναι ένα λεπτό ροδοπέταλο σ' ένα ποτήρι καθαρό νερό.
>
> Το σώμα σου ένα άγριο δάσος.
>
> Το σώμα σου βαθειές νοτισμένες κοιλάδες πριν βγει ο ήλιος.
>
> .........................
>
> Το σώμα σου απερίγραπτο.
>
> Και θέλω να το περιγράψω,
>
> να το κρατήσω πιο σφιχτά στο σώμα μου,
>
> να το χωρέσω και να με χωρέσει. («Σάρκινος λόγος» 11. [απόσπασμα] ).
>
> Ο Ρίτσος, σε μια συνέντευξή του στον Οζντεμίρ Ιντσέ, υποστήριξε ότι η 
> συγγραφή ερωτικών ποιημάτων αποτελεί γι' αυτόν αντίδοτο στην αδυσώπητη 
> φθορά του χρόνου
> και τη γήρανση του σώματος.
>
> Τι όμορφη που είσαι. Με τρομάζει η ομορφιά σου. Σε πεινάω. Σε διψάω.
>
> Σου δέομαι: Κρύψου, γίνε αόρατη για όλους, ορατή μόνο σ' εμένα.
>
> Καλυμμένη απ' τα μαλλιά ως τα νύχια των ποδιών με σκοτεινό διάφανο πέπλο
>
> διάστικτο απ' τους ασημένιους στεναγμούς εαρινών φεγγαριών.
>
> Οι πόροι σου εκπέμπουν φωνήεντα, σύμφωνα ιμερόεντα.
>
> Αρθρώνονται απόρρητες λέξεις. Τριανταφυλλιές εκρήξεις απ' την πράξη του
>
> έρωτα. («Σάρκινος λόγος» 1. [απόσπασμα] ).
>
> Και μόνον από το απόσπασμα αυτό του Σάρκινου λόγου, ο Γιάννης Ρίτσος, ο 
> προταθείς 7 φορές για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, ο κορυφαίος ποιητής 
> στον οποίο
> το 1977 απονεμήθηκε το Βραβείο Λένιν, ο απαράμιλλος δημιουργός της Σονάτας 
> του Σεληνόφωτος, του Επιταφίου, της Ρωμιοσύνης και γενικότερα ενός 
> εκτενέστατου
> και πολυδιάστατου ποιητικού έργου, αποδεικνύεται αναμφίβολα ως ένας 
> βαθύτατα ερωτικός ποιητής.
>
> Ο Γιάννης Ρίτσος έφυγε από κοντά μας τον Νοέμβριο του 1990. Και διερωτάται 
> κανείς: «Στ' αλήθεια έφυγε;» Πονάει, πράγματι, η έλλειψη της φυσικής 
> παρουσίας
> του για όσους γνώρισαν από κοντά τον ωραίο, ερωτικό, αιώνιο, έφηβο? 
> παραμένει όμως η ουσία της ζωής του, η Ποίηση!
>
> Τώρα
>
> με τη δική σου αναπνοή
>
> ρυθμίζεται το βήμα μου
>
> κι ο σφυγμός μου.
>
> Δυο μήνες που δε σμίξαμε.
>
> Ένας αιώνας
>
> κι εννιά δευτερόλεπτα.
>
> Τι να τα κάνω τ' άστρα
>
> αφού λείπεις;
>
> Με το κόκκινο του αίματος
>
> είμαι.
>
> Είμαι για σένα. («Γυμνό σώμα» 1. [απόσπασμα] ).
>
> Και, μ' αυτή την Ποίηση, ζούμε, ερωτευόμαστε, θυμόμαστε, ονειρευόμαστε και 
> προσμένουμε. Οι στίχοι του Γιάννη Ρίτσου αγγίζουν και ζεσταίνουν μ' έναν 
> τρόπο
> μαγικό τις ανθρώπινες καρδιές, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά στον κόσμο 
> ολόκληρο.
>
> Στα χρόνια που πέρασαν. Στα χρόνια που ζούμε. Στα χρόνια που θα 'ρθουν.
>
> * Η κ. Γιόλα Αργυροπούλου - Παπαδοπούλου είναι επίκουρη καθηγήτρια της 
> Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και ποιήτρια
>
> http://www.palmografos.com/permalink/8629.html
>
>
> _____________________
>
> orasi mailing list
> διαβάστε για αυτή την λίστα και τα θέματα που συζητά στο
> //www.freelists.org/webpage/orasi
>
> Για να στείλετε ένα μήνυμα και να το δουν όλοι οι  συνδρομητές της λίστας 
> στείλτε email στην διεύθυνση
> orasi@xxxxxxxxxxxxx
>
> Για να διαγραφείτε από αυτή την λίστα μπορείτε οποιαδήποτε στιγμή να 
> στείλετε email στην διεύθυνση
> orasi-request@xxxxxxxxxxxxx
> και στο θέμα γράψτε unsubscribe.
>
> Το αρχείο της λίστας βρίσκεται στο
> //www.freelists.org/archives/orasi
>
> ______________
>
>
>
>
> 


_____________________

orasi mailing list
διαβάστε για αυτή την λίστα και τα θέματα που συζητά στο
//www.freelists.org/webpage/orasi

Για να στείλετε ένα μήνυμα και να το δουν όλοι οι  συνδρομητές της λίστας 
στείλτε email στην διεύθυνση
orasi@xxxxxxxxxxxxx

Για να διαγραφείτε από αυτή την λίστα μπορείτε οποιαδήποτε στιγμή να στείλετε 
email στην διεύθυνση
orasi-request@xxxxxxxxxxxxx 
και στο θέμα γράψτε unsubscribe.

Το αρχείο της λίστας βρίσκεται στο
//www.freelists.org/archives/orasi

______________



Other related posts: