[openyourmind] Τα Πάθη Του Κυρίου.

  • From: Νίκος Αργυρός <argyros77@xxxxxxxxx>
  • To: openyourmind@xxxxxxxxxxxxx
  • Date: Thu, 02 May 2013 23:41:20 +0300


Το Πάθος και ηΑνάσταση του Κυρίου αποτελούν το κέντρο της σωτηριολογικής διδασκαλίαςτης Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στη βυζαντινή εκκλησιαστική παράδοση, τοαπολυτρωτικό Πάθος του Χριστού υπογραμμίζει την άπειρη αγάπη του Θεούγια τον άνθρωπο και προσδιορίζει το μέγεθος της οφειλόμενης αγάπης τουανθρώπου προς το Δημιουργό του. Πρόκειται γι’ αυτήν την ίδια τη σταύρωσηκαι νέκρωση του σαρκικού φρονήματος του ανθρώπου, προκειμένου να ενωθείμε την πηγή της ζωής.

Ο Χριστός, ωςτέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, με τη σταυρική Του θυσία δεναποκάλυψε μόνο την αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο, αλλά φανέρωσε τηνπίστη, την υπακοή και την αγάπη του ανθρώπου Ιησού προς το Θεό Πατέρα. ΟΛόγος σαρκώθηκε, για να μπορέσει ως άνθρωπος να πάθει, να πεθάνει, αλλάκαι να νεκρώσει τα πάθη της σάρκας. Μέσα σ’ αυτήν την προοπτική, ησωτηριο- λογία της ανατολικής Εκκλησίας αποκτά έναν έντονο ασκητικόχαρακτήρα, ο οποίος παρουσιάζεται ήδη στους εκκλησιαστικούς συγγραφείςτων πρώτων αιώνων, όπως για παράδειγμα στο Μελίτωνα Σάρδεων και τονΩριγένη. Ειδικότερα, ταπασχάλιακείμενατουΜελίτωναΣάρδεωνάσκησανσημαντικήεπίδραση στην υμνολογία των Παθών, όπου υμνείται ησωτηριολογική προοπτική του Πάθους του Θεανθρώπου. Έτσι, ο θεανθρώπινοςχαρακτήρας της σταυρικής θυσίας του Κυρίου όχι μόνο νοηματοδοτεί, αλλάκαι συνδέει τη σωτηριολογία με την ανθρωπολογική και εκκλησιολογικήδιδασκαλία.

Μέχρι και τοντέταρτο αιώνα, οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς και Πατέρες επιμένουν στακείμενά τους να τονίζουν την πραγματικότητα του Πάθους και του θανάτουτου Κυρίου5.

Ο απολογητικός χαρακτήρας των κειμένων τους υπογραμμίζει τηβεβαιωμένη πίστη της Εκκλησίας για το Θεάνθρωπο, κατοχυρώνει το σωτήριοΠάθος Του και αποστομώνει τους αιρετικούς Γνωστικούς, Δοκήτες,Υιοθετιστές και Αρειανούς, που αμφισβητούσαν την αλήθεια του Σταυρού καιτην πραγματικότητα του θανάτου του Κυρίου. Έτσι, ο Σταυρός γίνεται τοθεμέλιο της Εκκλησίας, η ελπίδα των Χριστιανών κι όλων των απελπισμένων,η δύναμη των αδυνάτων, το σύμβολο της νίκης κατά των δαιμόνων, ο ιατρόςτων αρ- ρώστων και η ασφάλεια της οικουμένης.

Ο ζωοποιός Σταυρόςαποκτά ένα βαθύ ασκητικό συμβολισμό και γίνεται όχι μόνο το μέσο για τηνανύψωση του ανθρώπου και την αποκατάσταση των σχέσεών του με το Θεό,αλλά και το ουσιαστικό στοιχείο της μίμησης του Κυρίου8. Μέσα απ’ αυτήντην οπτική, στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, το μαρτύριο θεωρήθηκε ωςο πλέον αυθεντικός τρόπος μίμησης του Πάθους του Κυρίου. Σταμεταγενέστερα χρόνια, η βυζαντινή ασκητική γραμματεία θα συνδέσει τονασκητικό βίο με το Πάθος κι έτσι, η ζωή του μοναχού, θα αποκτήσει τη σταυρική της διάσταση και θα αποτελέσει αυθεντικό στοιχείο μίμησης τουΠάθους του Κυρίου.

Οι μοναχοί,αποδεχόμενοι τη σωτήρια κλήση, αφήνουν την πολυκύμαντη θάλασσα των παθώνκαι ακολουθούν το Σωτήρα Χριστό. Τον ακολουθούν στην ατίμωση και τηνοδύνη του Σταυρού, σταυρώνοντας τη σάρκα με τα πάθη και τις επιθυμίεςτης. Συνοδεύουν στον τάφο τον Κύριο, θάβοντας τις γήινες επιδιώξεις τουπαλαιού ανθρώπου και νεκρώνοντας το προσωπικό τους θέλημα στην υπακοή,σ’ εκείνη δηλαδή τη θεληματική δουλεία, που οδηγεί στην αληθινή ελευθε-ρία. Μετέχουν στην Ανάσταση, ανασταίνοντας μέσα τους την εκπεσμένη θείαεικόνα και, μέσω της πνευματικής τελείωσης, ενδύονται τη δόξα τουαρχέγονου κάλλους. Η αυτοπροαίρετη αγάπη του μοναχού προς το Νυμφίο τωνψυχών, μιμητική της αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπο, είναι το θεμέλιοτης μοναχικής ζωής. Θυσία, μέσα από το θυσιαστήριο της καρδιάς, είναι ηπροσευχή του μοναχού, όπου θυσιάζεται το θέλημα, συντρίβεται το εγώ,καταπνίγονται τα πάθη, φονεύονται οι κακίες.

Οι Πατέρες και οιεκκλησιαστικοί συγγραφείς του Βυζαντίου, στις Ομιλίες ή στα ερμηνευτικάτους συγγράμματα ή και στους Ύμνους τους, όταν αναφέρονται στη σταυρικήθυσία του Κυρίου, τονίζουν με έμφαση την ελεύθερη και εκούσια πορεία τουΙησού προς το Πάθος, το οποίο ερμηνεύεται δοξολογικά και σωτηριο-λογικά. Οι πειρασμοί, η αγωνία του Κυρίου, το πάθος και ο θάνατος,μολονότι παρουσιάζονται ως φυσικά στοιχεία της ανθρώπινης ύπαρξης, δενκυριαρχούν καταθλιπτικά, αλλά εντάσσονται δοξολογικά στο χαρμόσυνομήνυμα της Ανάστασης.

Η θυσία του Χριστούήταν πράξη ελεύθερη της αγάπης του Θεού για τη σωτηρία του αμαρτωλούκόσμου. Ήταν πράξη αυτοπροαίρετη, η οποία δεν υπαγορευόταν από καμίαανάγκη και κανέναν εξαναγκασμό Ο Λόγος θέλησε ο Ίδιος να γίνει άνθρωποςκαι να θυσιαστεί για τον άνθρωπο, αφού και ο άνθρωπος με τη θέλησή τουυποδουλώθηκε στο ζυγό της αμαρτίας. Ο Κύριος, μολονότι προ- γνώριζε αυτάπου θα συνέβαιναν κατά το Πάθος Του, προσήλθε σ’ αυτό, για να διδάξειστον κόσμο ότι εκούσια έπαθε, με μοναδικό σκοπό την απελευθέρωση τουανθρώπου από τη δουλεία του σατανά. Αποκλειστικό κίνητρο αυτής τηςπράξης Του ήταν η αγάπη προς τον άνθρωπο, αφού πάνω στο Σταυρό δεστάθηκε ως κριτής της οικουμένης, αλλά ως λυτρωτής των παλαιών μαςοφειλών. Ο Χριστός θυσιάστηκε, για να έχει ο κόσμος ζωή και να επανέρθειστο αρχαίον κάλλος. Ο Θεός Πατέρας, που υπεραγαπά τον Υιό Του αλλά καιτον άνθρωπο, δέχτηκε αυτήν την αγνή και ελεύθερη θυσία, συγχωρώντας τοναμαρτωλό και αποστατημένο κόσμο.

Αν θα σχολίαζεκανείς τις δύο θεολογικές τάσεις, που αναδύονται μέσα από την ανατολικήθεολογική παράδοση σχετικά με τον αποδέκτη του λύτρου, θα διαπίστωνε πωςείτε στη μία τάση - όπου το λύτρο θεωρείται ως θυσία και ως αποδέκτηςεκλαμβάνεται ο Θεός Πατέρας ή δεν αναφέρεται καθόλου αποδέκτης, γιατί ηαπολύτρωση νοείται ως αποδέσμευση από την αμαρτία και επανασύνδε- ση τουανθρώπου με το Θεό - είτε στην άλλη τάση- όπου αποδέκτης του λύτρουθεωρείται ο διάβολος, επειδή το κακό προσωποποιείται στην ύπαρξη αυτού –οι Πατέρες της Ανατολής είδαν στο προσφερόμενο λύτρο την αγάπη του Θεούγια τον άνθρωπο και μέσα από το Πάθος του Θεανθρώπου την ανατολή τηςΑνάστασης και της θέωσης του ανθρώπινου προσώπου. Απ’ αυτήν τηφιλάνθρωπη σχέση, τη γεμάτη από το άπειρο έλεος του Θεού, δεν απορρέεικαμία νομική θεώρηση του απολυτρωτικού έργου του Θεανθρώπου.

Ο θάνατος, ωςεχθρός του παλαιού Αδάμ, νικιέται από το νέο Αδάμ. Πάνω στο Σταυρό, οΧριστός δεν πέθανε τον εχθρό θάνατο, το θάνατο της αμαρτίας και τηςυποταγής στο κράτος του διαβόλου, αλλά πέθανε το φίλο και μακάριοθάνατο, αφού μ’ αυτόν θανατώθηκε η αμαρτία. Με το θάνατό Του ο Χριστόςκατάργησε τον εχθρό θάνατο. Το θάνατο, που ήρθε εξαιτίας της πτώσης τουανθρώπου και ο οποίος καταλύθηκε από την Ανάσταση. Ο θάνατος καταργείταιμ’ αυτόν τον ίδιο το θάνατο και ο διάβολος νικιέται με το ίδιο του τοόπλο. Έτσι, τα Πάθη τουΣωτήρα αναδεικνύουντην αγάπη του Θεού για το δημιούργημά Του και γίνονται χαρμόσυνο μήνυμαγια την Εκκλησία, αφού καταδεικνύουν το μέγεθος και τη δύναμη τηςπαρεχόμενης χάρης του Θεού. Αυτής της χάρης, που έκανε τον άν- θρωπο όχιμόνο μέτοχο του ένδοξου και σωτήριου θανάτου του Κυρίου, αλλά καιμέτοχο της ανάστασής Του. Η Ανάσταση του Χριστού είναι η Ανάσταση τουΧριστιανού. Ανήκει σε ολόκληρη την ανθρωπότητα και διατηρεί τον πιστόστη ζωή ως προσώπου εν Χριστώ. Η Ανάσταση είναι η μετοχή του ανθρώπουστην αιώνια και ακατάλυτη ζωή. Η Εκκλησία βιώνει το ήθος της Ανάστασηςως νέο ήθος, ως ήθος αληθινής αγάπης και αληθινής ελευθερίας.

Η βυζαντινήυμνογραφίαύμνησε την ιστόρηση του Πάθους, του θανάτου, της ταφής, τηςκαθόδου στον Άδη και της Ανάστασης του Σωτήρα.

Η ιστορικήπραγματικότητα και η δογματική αλήθεια έγινε το καθημερινό τραγούδι τηςΕκκλησίας, που υμνεί το θείο Πάθος, αγάλλεται για τη νίκη του Σταυρούκαι δοξολογεί το Θεό για την εκδήλωση της άπειρης φιλανθρωπίας Του προςτον άνθρωπο. Στην υμνολογία της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδαςσκιαγραφούνται με απαράμιλλη ψυχολογική βαθύτητα όλα τα ιστορικά πρόσωπαπου έλαβαν μέρος στο θείο δράμα, ενώ παράλληλα δένεται με μοναδικότρόπο ο συμβολισμός των σωτήριων γεγονότων με τη δογματική διδασκαλίατης Εκκλησίας. Η δογματική αλήθεια της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου για τηναδιαχώριστη ένωση των δύο φύσεων του Χριστού ψάλλεται με σύντομο, απλόκαι κατανοητό τρόπο, γεγονός που υπογραμμίζει πως η θεολογία τηςΕκκλησίας είναι για τα μέλη της βιωματική εμπειρία.

Στα Τροπάρια του Όρθρου του Μεγάλου Σαββάτου ψάλλεται για το Χριστό:

Ἀνῃρέθης, ἀλλ’ οὐ διῃρέθης, Λόγε, ἧς μετέσχες σαρκός·εἰ γάρ καί λέλυταί σου ὁ ναός ἐν τῷ καιρῷ τοῦ πάθους,ἀλλά καί οὕτω μία ἦν ὑπόστασις τῆς Θεότητος καί τῆς σαρκός σου·ἐν ἀμφοτέροις γάρ εἷς ὑπάρχεις Υἱός, Λόγος τοῦ Θεοῦ, Θεός καί ἄνθρωπος.

Βροτοκτόνον, ἀλλ’ οὐ θεοκτόνον ἔφυ τό πταῖσμα τοῦ Ἀδάμ·εἰ γάρ καί πέπονθέ σου τῆς σαρκός ἡ χοϊκή οὐσία, ἀλλ’ ἡ Θεότης ἀπαθής διέμεινε·τό φθαρτόν δέ σου πρός ἀφθαρσίαν μετεστοιχειώσας.

Other related posts: