βγάζοντας εκτός τα σημεία στίξης. --Κώστας-- ----- Original Message ----- From: "Χρυσούλα Καραθύμιου" <chrisa66@xxxxxxxxx> To: <orasi@xxxxxxxxxxxxx> Sent: Monday, March 21, 2011 9:40 PM Subject: [orasi] Re: ΜίμινάσιΧοϊτσι > παιδιά μήπως θα μπορούσατε να με βοηθήσετε σε κάτι? Πολύ συχνά σε κείμενα > που διαβάζω μου λέει < και > και έτσι χάνω τον ειρμό, άσε που νευριάζω κι > όλας. Πως μπορώ να το σταματήσω αυτό το πράγμα? > ----- Original Message ----- > From: "Kostas Theodoropoulos" <ksteo@xxxxxxxxx> > To: <orasi@xxxxxxxxxxxxx> > Sent: Monday, March 21, 2011 2:49 PM > Subject: [orasi] ΜίμινάσιΧοϊτσι > > >> Εδώ και μερικούς αιώνες ζούσε στην >> Ακαμαγκασέκι ένας τυφλός που τον έλεγαν >> Χοϊτσι και ήταν ξακουστός για την τέχνη >> του στην απαγγελία και στο παίξιμο της >> <μπίβα>. >> (Η μπιβα, ένα ειδος λαγούτου με τέσσερις >> χορδές, γενικό χρησι μαζει σε μουσική >> απαγγελία. Αρχικά οι τραγουδοποιοι, που >> απάγγελαν το <Χέίκε Μονογκατάρι> κι >> άλλες τραγικές ιστοριες, >> ονομάζονταν..μπίβαχώσι, Ή <παπάδες του >> λαγούτου>.( Από παιδί τον είχαν μάθει >> ν'απαγγέλει και να παίζει, κι όταν ακόμα >> ήταν νέος είχε περάσει τους δασκάλους >> του. Ως <μπίβαχώσι> το επάγγελμα, έγινε >> ξακουστός και περισσότερο για τις >> απαγγελίες του της ιστορίας των Χέϊκε >> και των Γκέντζι. Και λένε πως όταν >> απάγγελε το τραγούδι της μάχης της >> Νταννούρα, ακόμα και τα στοιχειά (κιζίν) >> δεν μπορούσαν να κρατήσουν τα δάκρυά >> τους. Στην αρχή ΤΗΣ σταδιοδρομίας του ο >> Χοϊτσι ήταν πολύ φτωχός, αλλά βρήκε έναν >> καλό φίλο, να τον βοηθήσει. Ο ιερέας του >> ναού Αμιντάζι αγαπούσε την ποίηση και τη >> μουσική και συχνά προσκαλούσε το Χοϊτσι >> στο ναό, για να παίζει και ν'απαγγέλει. >> Μετά, επειδή η Θαυμαστή τέχνη του νέου >> τού είχε κάνει μεγάλη εντύπωση, >> προσκάλεσε το Χοϊτσι να μένει πάντα στο >> ναό, πράγμα που ο Χοϊτσι δέχτηκε >> μ'ευγνωμοσύνη. Ο ιερέας του ΈδωΣε ένα >> δωμάτιο στο ναό και για αντάλλαγμα για >> την τροφή και κατοικία δε ζητούσε απ'το >> Χοϊτσι, παρά να τον ευχαριστεί με καμιά >> μουσική εκτέλεση τις βραδιές που ο >> ιερέας δεν ήταν απασχολημένος. Μια >> καλοκαιρινή νύχτα φώναξαν τον ιερέα να >> πάει για κάποια Βουδική ιεροτελεστία στο >> σπίτι ενός πεΘαμένου ενορίτη. Πήγε εκεί >> μαζί με το παπαδοπαίδι, αφήνοντας το >> Χοϊτσι μόνο στο ναό. Ηταν μια ζεστή >> νύχτα κι ο τυφλός θέλησε να δροσιστεί >> βγαίνοντας >> απ'το δωμάτιό του, απάνω στη βεράντα. >> βεράντα έβλεπε μπροστά σ' ένα μικρό >> κήπο, πίσω απ'το ναό Αμιντάζι. Εκεί ο >> Χοϊτσι περίμενε το γυρισμό του ιερέα και >> προσπαθούσε να ελαφρώσει τη μοναξιά του >> παίζοντας την μπίβα του. Πέρασαν τα >> μεσάνυχτα κι ακόμα να φανεί ο ιερέας. >> Αλλά η ατμόσφαιρα ήταν ακόμα πολύ ζεστή >> για να γυρίσει στο δωμάτιό του, κι έτσι >> ο Χοϊτσι έμεινε έξω. Τέλος, άκουσε >> πατήματα από την πίσω πόρτα. Κάποιος >> πέρασε τον κήπο, προχώρησε στη βεράντα >> και σταμάτησε ακριβώς απέναντί του, μα >> δεν ήταν ο ιερέας. Μια βαθιά φωνή φώναξε >> το όνομα του τυφλού απότομα και ξερά με >> τον τρόπο που ένας πολεμιστής >> αποτείνεται σέναν κατώτερο. Χοϊτσι Ο >> Χοϊτσι, για μια στιγμή ζαλίστηκε και δεν >> μπόρεσε να απαντήσει. Κι η φωνή φώναξε >> πάλι, μέναν τόνο απότομο προσταγής. >> Χοϊτσι! Ε! απάντησε ο τυφλός, >> τρομαγμένος απ'την αγριάδα της φωνής. >> Είμαι τυφλός, δεν μπορώ να ξέρω ποιος >> φωνάζει. Δεν έχεις τίποτα να φοβάσαι, >> φώναξε ο ξένος μιλώντας πιο ευγενικά. >> Σταμάτησα κοντά σαυτόν το ναό και >> μέστειλαν σε σένα με μια παραγγελία. Ο >> τωρινός κύριός μου, ένα πρόσωπο μεγάλης >> περιωπής, μένει τώρα στην Ακαμαγκασέκι >> με πολλούς ευγενείς ακολούθους. >> Επιθυμούσε να δει το μέρος της μάχης της >> Νταννοούρα και σήμερα επισκέφτηκε αυτό >> το μέρος. Επειδή άκουσε για την τέχνη >> σου, που απαγγέλεις την ιστορία της >> μάχης, επιθυμεί τώρα να ακούσει την >> εκτέλεσή σου. Γιαυτό πάρε την μπίβα σου >> κι έλα μαζί μου, που η υψηλή ομήγυρη >> περιμένει. Εκείνον τον καιρό η προσταγή >> ενός ΣαμουράΗ (πολεμιστή) ήταν κάτι που >> δεν μπορούσε να παρακούσει κανείς >> εύκολα. Ο Χοϊτσι φόρεσε τα σανδάλια του, >> πήρε την μπίβα του και πήγε μαζί με τον >> ξένο, που τον οδηγούσε επιδέξια, μα τον >> ανάγκαζε να περπατάει πολύ γρήγορα. Το >> χέρι που τον οδηγούσε ήταν σιδερένιο κι >> ο κρότος που έκανε κάθε βήμα του >> πολεμιστή φανέρωνε πως ήταν πάνοπλος, >> ίσως κάποιος φύλακας παλατιού. Ο πρώτος >> φόβος του Χοϊτσι πέρασε κι άρχισε να >> σκέπτεται πως ήταν τυχερός, γιατί, >> σκεπτόμενος τα λόγια του ΣαμουράΗ για το >> <πρόσωπο της μεγάλης περιωπής> σκέφτηκε >> πως ο κύριος, που Θέλησε ν'ακούσει την >> απαγγελία,δε θα 'ταν λιγότερο από έναν >> ΝτέΊμυό, της ανώτατης τάξης. αξαφνα ο >> πολεμιστής σταμάτησε κι ο Χοϊτσι >> αντιλήφθηκε πως είχαν φτάσει σε μια >> μεγάλη πύλη και παραξενεύτηκε, γιατί δεν >> μπορούσε να θυμηθεί πως υπήρχε κάποια >> καμιά άλλη πύλη σ'εκείνο το μέρος της >> πόλης, εξόν απ' την πύλη του ναού >> Αμιντάζι. <Κάϊμον!> φώναξε ο πολεμιστής >> κι ακούστηκε ο κρότος που άνοιγαν >> σύρτες. Και το ζευγάρι πέρασε μέσα. >> Πέρασαν από ένα κήπο και σταμάτησαν πάλι >> μπροστά σε κάποια είσοδο. Εκεί ο οδηγός >> του φώναξε με δυνατή φωνή: <Σεις εκεί >> πέρα.... Εφερα τον Χοϊτσι!>. >> Ακούστηκαν τότε βήματα βιαστικά, >> σιδερένιοι σύρτες να παραμερίζουν, Θύρες >> ν' ανοίγουν και γυναικείες συνομιλίες. >> Από την ομιλία των γυναικών ο Χοϊτσι >> ένιωσε πως ήσαν υπηρέτριες κάποιου >> ευγενικού σπιτιού, αλλά δεν μπορούσε να >> φανταστεί σε ποιο μέρος τον είχαν >> οδηγήσει. Πολύ λίγο καιρό τον άφησαν, >> για να σκεφτεί. Αφού τον βοήθησαν ν' >> ανέβει μερικά πέτρινα σκαλιά και στο >> τελευταίο του είπαν ν' αφήσει τα >> σανδάλια του, ένα γυναικείο χέρι τον >> οδήγησε μέσα από ατέλειωτους διαδρόμους >> από στιλβωμένο ξύλο και γύρω από >> κολόνες, πάρα πολλές για να θυμάται, κι >> απάνω από μεγάλα πατώματα, στη μέση >> κάποιου απέραντου διαμερίσματος. Εκεί >> σκέφτηκε πως ήταν μαζεμένος πολύς >> κόσμος. Ο θόρυβος του μεταξιού που >> θρόιζε έμοιαζε με το θόρυβο των φύλλων >> του δάσους. Ακουσε ακόμα ένα μεγάλο >> ψιθύρισμα, ομιλίες σε χαμηλό τόνο και ο >> τρόπος της ομιλίας ήταν όμοιος με >> παλατιού. Ζήτησαν από το Χοϊτσι να >> καθίσει και βρήκε ένα μαξιλάρι μπροστά >> του. Αμα κάθισε και χόρδισε τ'όργανό >> του, η φωνή μιας γυναίκας, που ένιωσε >> πως θα 'ταν η Ρότζο Ή η επικεφαλής του >> γυναικείου προσωπικού, του είπε: >> Επιθυμούμε ν' απαγγείλεις την ιστορία >> των Χέϊκε με την υπόκρουση της μπίβα. Η >> αλήθεια είναι πως ολόκληρη η απαγγελία >> αυτή θα χρειαζόταν πολλές νύχτες. Γι' >> αυτό ο Χοϊτσι τόλμησε να ρωτήσει: Επειδή >> δεν είναι δυνατό να πω όλη την ιστορία, >> ποιο μέρος επιθυμείτε περισσότερο να σας >> απαγγείλω? Η φωνή της γυναίκας απάντησε: >> Απάγγειλέ μας την ιστορία της μάχης στην >> Νταννοούρα, γιατί η πίκρα αυτής είναι η >> πιο μεγάλη. Τότε ο Χοϊτσι ύψωσε τη φωνή >> και τραγούδησε το τραγούδι της μάχης >> απάνω στην αλμυρή θάλασσα, κάνοντας την >> μπίβα του ν'αποδίδει θαυμάσια το >> στέναγμα των κουπιών, το μουρμούρισμα >> των πλοίων, το σβούρισμα και το σφύριγμα >> των βελών, τις φωνές και τα πατήματα των >> ανθρώπων, τα χτυπήματα του ατσαλιού >> απάνω στα κράνη, το βούλιαγμα των >> σκοτωμένων στα νερά. Και δεξιά του κι >> αριστερά του μπορούσε να διακρίνει >> φωνές, που μουρμούριζαν επαινετικά. >> <Τι θαυμάσιος τεχνΊτης"! <Ποτέ στα μέρη >> μας δεν ακούστηκε τέτοιο παίξιμο> <Σ'όλη >> την αυτοκρατορία δεν υπάρχει άλλος >> τραγουδιστής σαν το Χοϊτσι"! Και τότε >> πήρε καινούριο θάρρος κι έπαιξε και >> τραγούδησε ακόμα καλύτερα από πριν. Κι >> ένα μουρμούρισμα πιο βαθύ από θαυμασμό >> ακούστηκε γύρω του. Αλλά, όταν στο τέλος >> άρχισε να λέει για την κακή τύχη των >> ωραίων και των αδυνάτων, τη σκληρή >> απώλεια των γυναικών και των παιδιών και >> το θανατηφόρο πήδημα της Νίινοάμα μαζί >> με το αυτοκρατορικό βρέφος στην αγκαλιά >> της, τότε όλοι που άκουαν, άφησαν μια >> συρτή, φρικιαστική κραυγή απελπισίας κι >> άρχισαν να κλαίνε και να ολολύζουν τόσο >> δυνατά και τόσο άγρια, που ο τυφλός >> τρόμαξε απ' την τόση βαθύτητα του πόνου >> που είχε προξενήσει. Για κάμποση ώρα ο >> θρήνος και τα βογκητά εξακολουθούσαν, >> αλλά σιγά σιγά ο ήχος του οδυρμού έπαψε >> και στην ησυχία που ακολούθησε, ο Χοϊτσι >> άκουσε τη φωνή της γυναίκας, που νόμιζε >> πως ήταν η Ρότζο. Ελεγε: Αν και μας >> είχαν βεβαιώσει, πως ήσουν ένας πολύ >> επιδέξιος παίχτης της μπίβα και χωρίς >> όμοιο στην απαγγελία, δεν πιστεύαμε πως >> θα φαινόσουνα τόσο δυνατός, όσο φάνηκες >> απόψε. Ο κύριός μας ευ δόκησε να >> υποσχεθεί πως θα σε ανταμείψει επάξια. >> Αλλά επιθυμεί να απαγγείλεις μπροστά >> του, μια φορά κάθε βράδυ για έξι βράδια >> και μετά ίσως να φύγει για το ταξίδι του >> γυρισμού του. Αύριο το βράδυ, λοιπόν, θα >> έλθεις εδώ την ίδια ώρα. Ο οδηγός που >> σ"έφερε απόψε θα'ρθει να σε πάρει... >> Υπάρχει κι ένα άλλο πράγμα που με >> διέταξαν να σου πω. Επιθυμούμε να μην >> αναφέρεις σε κανένα για τις επισκέψεις >> σου εδώ σόλο το διάστημα που ο υψηλός >> μου κύριος θα μένει στην Ακαμαγκασέκι. >> Επειδή ταξιδεύει ιγκόγνιτο, δια τάζει να >> μη γίνει καμιά αναφορά γιαυτήν την >> υπόθεση. Τώρα είσαι ελεύθερος να >> γυρίσεις στο ναό. Αφού ο Χοϊτσι >> ευχαρίστησε, το χέρι μιας γυναίκας τον >> οδήγησε στην είσοδο του σπιτιού, όπου ο >> ίδιος οδηγός τον περίμενε, για να τον >> γυρίσει σπίτι. ο οδηγός τον έφερε στη >> βεράντα, στο πίσω μέρος του ναού, κι >> εκεί τον χαιρέτησε. Ηταν σχεδόν αυγή, >> όταν ο Χοϊτσι γύρισε, αλλά δεν είχαν >> παρατηρήσει την απουσία του απ'το ναό, >> γιατί ο ιερέας, που είχε επιστρέψει πολύ >> αργά. νόμιζε πως κοιμότανε. Την ημέρα ο >> Χοϊτσι ξεκουράστηκε αρκετά και δεν >> ανέφερε για την παράδοξη περιπέτειά του. >> Τα μεσάνυχτα της άλλης νύχτας ο >> πολεμιστής ήρθε πάλι και τον οδήγησε >> μπροστά στην υψηλή ομήγυρη, όπου >> απάγγειλε πάλι με την ίδια επιτυχία. >> Αλλά στη δεύτερη αυτή επίσκεψη, η >> απουσία του απ'το ναό, ανακαλύφθηκε >> τυχαία κι όταν επέστρεψε το πρωί, ο >> ιερέας τον φώναξε και του είπε με τόνο >> καλοκάγαθης επίπληξης. Ανησυχήσαμε πολύ >> για σένα, φίλε Χοϊτσι. Να βγεις τυφλός >> και μόνος και σε τέτοια περασμένη ώρα >> είναι επικίνδυνο. Γιατι βγήκες, χωρίς να >> μας το πεις? Θα διέταζα έναν υπηρέτη να >> σε συντροφεύσει. Και πού ήσουν? Ο Χοϊτσι >> απάντησε διφορούμενα. Συγχώρεσέ με, >> καλέ φίλε. Είχα κάποια >> ιδιιαίτερη υπόθεση και δεν μπορούσα να >> την κανονίσω άλλη ώρα. Ο παπάς εξεπλάγη >> αντί να πικραθεί μαυτά τα λόγια του >> Χοϊτσι. Του φάνηκε το πράγμα αφύσικο και >> υποψιάστηκε κάτι κακό. Φοβήθηκε πως ο >> τυφλός νέος είχε μαγευτεί ή >> παραστρατήσει από κάποιο κακό πνεύμα. >> Δεν του έκανε άλλη ερώτηση, αλλά >> ιδιαιτέρως έδωσε οδηγίες στους υπηρέτες >> του ναού να προσέχουν τις κινήσεις του >> Χοϊτσι και να τον ακολουθήσουν, αν >> τύχαινε να φύγει πάλι απ'το ναό μόλις >> νύχτωνε. Την ίδια εκείνη νύχτα είδαν το >> Χοϊτσι να φεύγει απ'το ναό κι οι >> υπηρέτες αμέσως άναψαν τα φανάρια τους >> και τον ακολούθησαν. Αλλά ήταν νύχτα >> βροχερή και πολύ σκοτεινή και πριν >> προφθάσουν να βγουν στο δρόμο ο Χοϊτσι >> είχε χαθεί. Χωρίς άλλο θα είχε >> περπατήσει γρήγορα, πράγμα πολύ περίεργο >> για έναν τυφλό, γιατί ο δρόμος ήταν σε >> κακή κατάσταση. Οι υπηρέτες έτρεξαν μέσα >> στους δρόμους, ζητώΝτας πληροφορίες από >> κάθε σπίτι, που ο Χοϊτσι συνήθιζε να >> πηγαΊνει, αλλά κανείς δεν μπορούσε να >> τους πει γι' αυτόν. Τέλος, καθώς γύριζαν >> στο ναό, απ'το μέρος της θάλασσας, >> εξεπλάγησαν απ'τον ήχο της μπίβα, που >> παιζότανε μέσα στο νεκροταφείο της >> Αμιντάζι. Εκτός από μερικά φώτα >> φαντάσματα, που τις σκοτεινές νύχτες >> συχνά τρεμόσβηναν στο νεκροταφείο, >> καθετί σκεπαζόταν από πυκνό σκοτάδι εκεί >> μέσα. Αλλά οι άνθρωποι έτρεξαν στο >> νεκροταφείο, κι εκεί με τη βοήθεια των >> φαναριών τους ανακάλυψαν τον Χοϊτσι, που >> καθότανε μόνος, κάτω απ' τη βροχή στον >> αναμνηστικό τάφο του λυτοκουΤεννώ και >> χτυπούσε την μπίβα του και τραγουδούσε >> δυνατά το τραγούδι της μάχης της >> Νταννοούρα. Και πίσω του και γύρω του >> και παντού, απάνω απ' τους τάφους οι >> φωτιές των πεθαμένων που έκαιαν σαν >> κεριά. Ποτέ πριν τόση μεγάλη συγκέντρωση >> όνιμπι δεν παρουσιάστηκε σε ανθρώπινα >> μάτια. ΧοϊτσιΣαν! ΧοϊτσιΣαν! φώναξαν οι >> υπηρέτες. Είσαι μαγεμένος!... >> ΧοϊτσιΣαν!.. Αλλά ο τυφλός φαινόταν πως >> δεν άκουγε. Επίμονα, έκανε την μπίβα του >> να κουδουνίζει και να ηχεί, τραγουδούσε >> δυνατά, πιο δυνατά ακόμα το τραγούδι της >> μάχης της Νταννούρα. τον έπιασαν απότομα >> και του φώναξαν μέσα στ'αυτί. >> ΧοϊτσιΣαν! ΧοϊτσιΣαν! 'Ελα μαζί μας >> αμέσως σπίτι. Εκείνος τους μίλησε >> επιτιμητικά. Να με διακόπτετε με >> τέτοιον τρόπο μπροστά σαυτή την υψηλή >> ομήγυρη...ά, δε Θα το επιτρέψω!... Σαυτά >> τα λόγια, παρόλο το παράδοξο του >> πράγματος, δεν μπόρεσαν να κρατήσουν τα >> γέλια. Βέβαιοι πως ήταν μαγεμένος, τον >> άρπαξαν και τον σήκωσαν στα πόδια του >> και διά της βίας τον γύρισαν πίσω στο >> ναό, όπου κατά διαταγή του ιερέα, του >> άλλαξαν τα βρεγμένα του ρούχα, τον >> έντυσαν με στεγνά και τον ανάγκασαν να >> φάει και να πιει. Ο ιερέας επέμεινε να >> λάβει μια εξήγηση γιαυτή την παράδοξη >> συμπεριφορά του φίλου του. Ο Χοϊτσι για >> πολλή ώρα δεν τολμούσε να μιλήσει. Αλλά >> ύστερα, βρίσκοντας πως η συμπεριφορά του >> φόβισε πραγματικά και Θύμωσε τον καλό >> ιερέα, αποφάσισε να αφήσει τις >> προφυλάξεις και διηγήθηκε καΘετί που >> συνέβη απ'τη στιγμή της πρώτης επίσκεψης >> του πολεμιστή. Ο παπάς είπε: Χοϊτσι, >> φτωχέ μου φίλε, βρίσκεσαι τώρα σε μεγάλο >> κίνδυνο. Τι δυστύχημα να μη μου το πεις >> απ'την αρχή. Η θαυμαστή τέχνη σου στη >> μουσική σ'έβαλε σε μεγάλη συμφορά. Θα >> ξέρεις τώρα πως δεν πήγαινες σε κανένα >> σπίτι, αλλά περνούσες τις νύχτες σου στο >> νεκροταφείο, δίπλα στους τάφους των >> Χέϊκε και μπροστά στον αναμνηστικό τάφο >> του ¶ντοκουΤεννώ, όπου σε βρήκαν απόψε >> οι άνθρωποί μας καθισμένο κάτω απ' τη >> βροχή. Εκείνο που φανταζόσουνα, δεν ήταν >> παρά μια απάτη, εκτός απ'τη φωνή των >> πεΘαμένων. Κι επειδή άκουσες αυτή τη >> φωνή, είσαι πια στην εξουσία τους. Αν >> τους υπακούσεις πάλι ύστερα μάλιστα από >> αυτό που έγινε, Θα σε κάνουν κομμάτια. >> θα σε κατέτρεφαν, όπως και να 'ναι, αργά >> ή γρήγορα... Tώρα, δε Θα μπορέσω να >> μείνω απόψε. Με φώναξαν, για να >> λειτουργήσω. Αλλά πριν φύγω, πρέπει να >> προστατεύσουμε το σώμα σου, γράφοντας >> απάνω του ιερά λόγια. Πριν δύσει ο >> ήλιος, ο ιερέας και το παπαδοπαίδι >> έγδυσαν το Χοϊτσι και με πινέλα του >> γραψίματος χάραξαν απάνω στο στήθος και >> στους ώμους, στο κεφάλι και στο πρόσωπο, >> στο λαιμό, στα μηριά, στα χέρια και στα >> πόδια, ακόμα κι από κάτω απ' τις >> πατούσες του και σε κάθε μέρος του >> σώματός του, ιερά λόγια από την Ιερή >> βίβλο, που τη λένε ΧάννυαΣινκυώ. Οταν >> τελείωσαν, ο παπάς έδωσε οδηγίες στον >> Χοϊτσι, λέγοντας: Απόψε, μόλις θα φύγω, >> πρέπει να καθίσεις στη βεράντα και να >> περιμένεις. ΘΑ σε φωνάξουν. Μα ό,τι κι >> αν συμβεί, να μην απαντήσεις και να μην >> κινηθείς. Μη βγάλεις λέξη και να >> καθίσεις ήσυχος, σαν να 'σαι βαθιά >> συλλογισμένος. Αν κουνηθείς Ή κάνεις και >> το μικρότερο θόρυβο, θα σε ξεσκίσουν. >> Μην τρομάξεις και μη σκεφτείς να >> ζητήσεις βοήθεια, γιατί τίποτα δε θα >> μπορέσει να σε σώσει. Αν κάνεις, όπως >> σου λέω, ο κίνδυνος θα περάσει και δε θα >> 'χεις πια να φοβάσαι τίποτα. αμα >> νύχτωσε, ο ιερέας και το παπαδοπαίδι >> έφυγαν κι ο Χοϊτσι κάθισε στη βεράντα, >> σύμφωνα με τις οδηγίες που του έδωσαν. >> ¶φησε την μπίβα του απάνω στα σανίδια, >> δίπλα του και παίρνοντας στάση βαθιά >> συλλογισμένου, έμεινε εντελώς ακίνητος, >> προσέχοντας να μη βήξει και να μην >> αναπνέει δυνατά. Για ώρες έμεινε έτσι. >> αξαφνα απ'το δρόμο άκουσε να 'ρχονται >> βήματα. Πέρασαν την πύλη, πέρασαν τον >> κήπο, πλησίασαν τη βεράντα στάθηκαν >> απέναντί του. Χοϊτσι! η βαθιά φωνή >> φώναξε. Αλλά ο τυφλός κράτησε την >> αναπνοή του κι έμεινε ακίνητος. Χοϊτσι, >> φώναξε η φωνή αγριωπή για δεύτερη φορά. >> Κι έπειτα για τρίτη φορά, θυμωμένα: >> Χοϊτσι! Ο Χοϊτσι έμεινε ακίνητος σαν >> πέτρα κι η φωνή βρυχήθηκε. Καμιά >> απάντηση! Αυτό δε συμφέρει... Πρέπει να >> δω πού είναι αυτός ο άνθρωπος! Ακούστηκε >> θόρυβος βαριών βημάτων, που ανέβαιναν >> στη βεράντα. Τα βήματα πλησίασαν και >> σταμάτησαν κοντά του. Επειτα, για >> κάμποσο, που στο διάστημα αυτό ο Χοϊτσι >> έτρεμε σαν το φύλλο, έγινε νεκρική σιγή. >> Τέλος η άγρια και σκληρή φωνή >> μουρμούρισε κοντά του. Εδώ είναι η >> μπίβα, αλλά απ'τον τεχνίτη της μπίβα >> βλέπω μόνο... δυο αυτια. Α! Αυτό εξηγεί >> γιατί δεν απαντάει. Δεν έχει, στόμα >> ν'απαντήσει και δεν έμεινε τίποτα απ' >> αυτόν παρά μόνο δυο αυτιά! Και τώρα θα >> πάω στον κύριό μου αυτά τα δυο αυτιά, >> για να του αποδείξω πως η προσταγή του >> εκτελέστηκε... όσο ήταν δυνατό... Εκείνη >> τη στιγμή ο Χοϊτσι αισθάνθηκε πως τ' >> αυτιά του τ'άρπαζαν δάχτυλα σιδερένια >> και του τα ξερίζωναν. αν κι ο πόνος ήταν >> φρικτός, δεν άφησε καμιά κραυγή. Τα >> βαριά βήματα απομακρύνθηκαν κατά μήκος >> της βεράντας, κατέβηκαν στον κήπο και >> βγήκαν στο δρόμο έπαψαν ν'ακούγονται. >> Από τις δυο μεριές του κεφαλιού του ο >> ιερέας ένιωσε ένα παχύ ζεστό γαργάλισμα, >> μα δεν τολμούσε να σηκώσει τα χέρια... >> Πριν τα ξημερώματα ο παπάς γύρισε. >> Ετρεξε αμέσως στη βεράντα πίσω απ'το ναό >> και καθώς προχωρούσε γλίστρησε πάνω σε >> κάτι γλοιώδες κι άφησε μια κραυγή >> φρίκης, γιατί είδε στο φως του φαναριού >> πως ήταν αίμα. Αλλά είδε τον Χοϊτσι που >> καθόταν εκεί, σε στάση περισυλλογής, με >> το αίμα που 'τρεχε ακόμα απ'τις πληγές >> του. Φτωχέ μου Χοϊτσι, φώναξε ο παπάς >> τρομαγμένος. Τι είναι αυτό? χτύπησες? >> Στη φωνή του φίλου του ο τυφλός >> αισθάνθηκε πως σώθηκε. ¶ρχισε να κλαίει >> και με τα δάκρυα στα μάτια διηγήθηκε >> ό,τι του συνέβη τη νύχτα. Φτωχέ, φτωχέ >> Χοϊτσι, φώναξε ο παπάς. Δικό μου ήταν το >> λάθος, αυτό το ασυγχώρητο λάθος. Σε κάθε >> μέρος του σώματός σου γράφτηκαν ιερά >> λόγια, εκτός από τ' αυτιά σου. Αφησα το >> παπαδοπαίδι να κάνει αυτήν την εργασία >> κι ήταν πολύ, μα πάρα πολύ άσχημο από >> μέρους μου, να μη βεβαιωθώ αν το 'χε >> κάνει. Τώρα πια δεν μπορούμε να >> διορθώσουμε ό,τι έγινε. Μπορούμε μόνο να >> γιατρέψουμε τις πληγές σου, το >> γρηγορότερο. Κάμε καρδιά, φίλε μου, ο >> κίνδυνος τώρα πια πέρασε. Δε θα σε >> στενοχωρήσουν πια αυτοί οι επισκέπτες. >> Με τη βοήθεια ενός καλού γιατρού ο >> Χοϊτσι έγινε γρήγορα καλά απ'τις πληγές >> του. Η ιστορία της παράδοξης περιπέτειάς >> του εξαπλώθηκε δεξιά κι αριστερά και >> γρήγορα έγινε διάσημος. Πολλοί ευγενείς >> πηγαίνανε στην Ακαμαγκασέκι, να τον >> ακούσουν ν' απαγγέλει και του έδιναν >> πολλά δώρα και χρήματα, έτσι που έγινε >> πλούσιος... Αλλά από εκείνο τον καιρό >> της περιπέτειάς του ήταν γνωστός μόνο με >> το όνομα ΜίμινάσιΧοϊτσι, δηλαδή, >> Χοϊτσιοχωρίςαυτιά. >> >> _____________________ >> >> orasi mailing list >> διαβάστε για αυτή την λίστα και τα θέματα που συζητά στο >> //www.freelists.org/webpage/orasi >> >> Για να στείλετε ένα μήνυμα και να το δουν όλοι οι συνδρομητές της λίστας >> στείλτε email στην διεύθυνση >> orasi@xxxxxxxxxxxxx >> >> Για να διαγραφείτε από αυτή την λίστα μπορείτε οποιαδήποτε στιγμή να >> στείλετε email στην διεύθυνση >> orasi-request@xxxxxxxxxxxxx >> και στο θέμα γράψτε unsubscribe. >> >> Το αρχείο της λίστας βρίσκεται στο >> //www.freelists.org/archives/orasi >> >> ______________ >> >> >> >> > > _____________________ > > orasi mailing list > διαβάστε για αυτή την λίστα και τα θέματα που συζητά στο > //www.freelists.org/webpage/orasi > > Για να στείλετε ένα μήνυμα και να το δουν όλοι οι συνδρομητές της λίστας > στείλτε email στην διεύθυνση > orasi@xxxxxxxxxxxxx > > Για να διαγραφείτε από αυτή την λίστα μπορείτε οποιαδήποτε στιγμή να > στείλετε email στην διεύθυνση > orasi-request@xxxxxxxxxxxxx > και στο θέμα γράψτε unsubscribe. > > Το αρχείο της λίστας βρίσκεται στο > //www.freelists.org/archives/orasi > > ______________ > > > > _____________________ orasi mailing list διαβάστε για αυτή την λίστα και τα θέματα που συζητά στο //www.freelists.org/webpage/orasi Για να στείλετε ένα μήνυμα και να το δουν όλοι οι συνδρομητές της λίστας στείλτε email στην διεύθυνση orasi@xxxxxxxxxxxxx Για να διαγραφείτε από αυτή την λίστα μπορείτε οποιαδήποτε στιγμή να στείλετε email στην διεύθυνση orasi-request@xxxxxxxxxxxxx και στο θέμα γράψτε unsubscribe. Το αρχείο της λίστας βρίσκεται στο //www.freelists.org/archives/orasi ______________