καταπληκτικό και επίκαιροδημοσίευμα! ----- Original Message ----- From: "mlaspas" <mlaspas@xxxxxxxxx> To: <orasi@xxxxxxxxxxxxx> Sent: Tuesday, November 16, 2010 1:06 PM Subject: [orasi] Η ιστορία μιαςνύχτας_ Θεατρικήπαράσταση για τοΠολυτεχνείο, τουΔημήτρη Μαριόλη > το Πολυτεχνείο > > Η ιστορία μιας νύχτας > > Επιλογή ? διασκευή ? επιμέλεια κειμένων : Δημήτρης Μαριόλης > > Μουσική : Αdagio, Ελένη Καραϊνδρου > Δυο αγόρια και ένα κορίτσι εμφανίζονται στη σκηνή. Πίσω τους 5-6 > παιδιά σε > ημικύκλιο αυτοσχεδιάζουν (κοιτάζουν τον ήλιο, κάθονται οκλαδόν, > κοιμούνται, ξυπνάνε ανάλογα με το διάλογο που ακολουθεί) > > - Ήταν ένα ξημέρωμα απ? αυτά όπου ο Απρίλης διαλαλεί τη > διάθεσή του > για τρέλα. > - Το πρωί βγήκε ένας ήλιος σαν μαστίγιο με εφτά ουρές αντί για > ακτίνες. > - Μετά ακολούθησε ένα απόγευμα με γκρι σύννεφα. > - Ύστερα, η νύχτα άπλωσε τα πέπλα της και πυκνό σκοτάδι > σκέπασε το > παλάτι. > - Η πριγκίπισσα δεν ανησύχησε : > - «Μια νύχτα είναι, θα κοιμηθώ και θα περάσει» > - Κι αποκοιμήθηκε? > - Αλλά, όταν ξύπνησε το πρωί με το καλό? > - Δεν είχε ξημερώσει > - Δεν ξημέρωνε > - Σκέφτηκε, > - «ας κάνω λίγη υπομονή, θα ξημερώσει αύριο που θα πάει» > - Αμ δε ! > - Οι μέρες περνούσαν και δεν ξημέρωνε > - Με τίποτα > - Επουδενί > - Με κανένα τρόπο > - Κι απ? την πολλή τη νύχτα, όλοι στο παλάτι άρχισαν να > νυστάζουν > - Όλο και πιο πολύ > - Όλο και πιο πολύ (χασμουριούνται) > - Όλο και πιο πολύ? > - Ώσπου αποκοιμήθηκαν οριστικά > - Κι η καημένη η πριγκίπισσα, όπως δεν είχε συντροφιά άρχισε > κι > αυτή να νυστάζει > - «Ααααα, μμμμ, (χασμουριέται και τεντώνεται) βαρέθηκα. > Βαρέθηκα ν? > ακούω ιστορίες με νυσταγμένες πριγκίπισσες και κοιμισμένα παλάτια. > Βαρέθηκα τα παραμύθια, τις νύχτες, τις σκιές και τους υπαινιγμούς. > Θέλω > μια αληθινή ιστορία στο φως της μέρας. Αυτό θέλω. Μια απλή αληθινή > ιστορία > στο φως της μέρας». > > Στο σημείο αυτό συμβαίνουν ταυτόχρονα τα παρακάτω : > Προβάλλεται σύντομο βίντεο με τα γεγονότα της δεκαετίας του ?60 > (1-1-4, > πορείες ειρήνης, δολοφονία Λαμπράκη, Ιουλιανά, πραξικόπημα) > > Ακούγεται το τραγούδι «Ποιος τη ζωή μου» > > Στη σκηνή εμφανίζονται παιδιά με μαύρα ρούχα (δεσμοφύλακες) που > τοποθετούν δυο κελιά (φτιαγμένα από χάρτινες κούτες) δεξιά και > αριστερά > στη σκηνή. Οι δεσμοφύλακες κλείνουν το στόμα και δένουν τα χέρια > (με > χαρτοταινίες) άλλων παιδιών που υποδύονται τους κρατούμενους. > > (στο βάθος της σκηνής κινούνται οι δεσμοφύλακες, από τα κελιά > βγαίνουν > τρεις κρατούμενες - οι) > > - Χτύπησε το κουδούνι. Δεν περιμέναμε κανέναν. Ήταν έξι το > πρωί. > Ανοίξαμε. Ήταν άνθρωποι της χούντας. Μπήκαν κατευθείαν στο θέμα. Μου > ζητούσαν το υλικό που ήταν σίγουροι πως υπάρχει στο σπίτι. > Προκηρύξεις, > ανακοινώσεις, λίστες με ονόματα? Σαν καλό παιδί που είμαι, είπε ο > επικεφαλής, να τους τα δώσω όλα, γιατί θα τα βρει μόνος του και το > σπίτι > θα γίνει γυαλιά καρφιά. Θα διατάξω θύελλα μου είπε. Μια ώρα περίπου > έψαχναν ένα διαμέρισμα δυο δωματίων. > > (στο βάθος της σκηνής οι δεσμοφύλακες αυτοσχεδιάζουν : ψάχνουν > παντού, > ξεφυλλίζουν βιβλία, τα σκίζουν, τα πετάνε στο πάτωμα μαζί με άλλα > πράγματα > κλπ. Ένας κρατούμενος με πλάτη στο κοινό και το κεφάλι σκυμμένο > βλέπει > τους δεσμοφύλακες να τον τριγυρίζουν απειλητικά δείχνοντάς του > βιβλία, > χαρτιά κλπ πριν τα πετάξουν στο πάτωμα) > > - Πραγματικά έγινε θύελλα. Τα έπιπλα μετακινήθηκαν, τα ρούχα > μας > έγιναν ένας σωρός. Βιβλία ανακατεμένα στη μέση του δωματίου. > Χτυπάγανε > τους τοίχους, σκίσανε ένα μαξιλάρι, ψάξανε τα ντουλάπια. Ρωτούσαν > γεμάτοι > υποψία : Γιατί έχετε τόσα βιβλία ; Τι χρησιμεύει αυτό το μολύβι ; > Γιατί > δεν έχετε φωτιστικό στη μέση του δωματίου ; Αντιδρούσαν στις > απαντήσεις με > συγκατάβαση. Λέγανε ένα «καλά ? καλά», αλλά η σημασία του ήταν πως > «αν > νομίζεις πως τα τρώμε εμείς αυτά είσαι πολύ γελασμένος» > > - Ένας απ? αυτούς ανακάλυψε ένα βιβλίο για την αντίσταση. Το > ξεφύλλισε και σταμάτησε σε μια φωτογραφία με έναν αντάρτη. Με ρώτησε > τι > γράφει το βιβλίο. Του διάβασα τον τίτλο. Δεν ικανοποιήθηκε και με > ρώτησε > για δεύτερη φορά. «Τι γράφει το βιβλίο» Του εξήγησα πως όταν είχαν > έρθει > οι Γερμανοί στην Ελλάδα σηκωθήκανε στην αρχή λίγοι Έλληνες, έπειτα > περισσότεροι και πολέμαγαν τους Γερμανούς. Αυτό το ονομάζουν > αντίσταση και > είναι ένα πράγμα πάρα πολύ καλό. Κοφτά μας διέταξε να τον > ακολουθήσουμε. > Ρώτησα αν έχει ένταλμα συλλήψεως και μου είπε πως είμαι πολύ φλύαρος. > (οι > δεσμοφύλακες γελάνε) Είπε στους φίλους μου να έρθουν μαζί. Ήταν και > αυτοί > κρατούμενοι. > > > (Ακούγεται στο βάθος μια φυσαρμόνικα να παίζει την εισαγωγή της > «Μυρτιάς». > Οι δεσμοφύλακες επιβάλλουν γρήγορα τη σιωπή με φωνές «πάψτε», > «ησυχία», > «σιωπή», «σώπα»? > Μουσική : The day, Raining Pleausure > Οι δεσμοφύλακες παίρνουν τον κρατούμενο και αποχωρούν ?κάποιοι > κρατούμενοι > βγαίνουν από τα κελιά και βαδίζουν σαν να βρίσκονται στο προαύλιο > φυλακής, > η πλοκή εξελίσσεται ταυτόχρονα σε δυο επίπεδα. Μπροστά στη σκηνή, οι > κρατούμενοι βαδίζουν αργά και μηχανικά και στο βάθος γίνεται η > ανάκριση) > > (μπροστά στη σκηνή) > Να μην προδώσω?Να μην προδώσω?Να μην προδώσω (ακούγονται όλοι-ες να > μονολογούν) > > - Να μην προδώσω. Όχι δεν θα προδώσω?Όταν σε πιάνουν και σε > υποβάλλουν σε ανάκριση, ξέρεις ότι υπάρχει βασανισμός. Και ξέρεις και > μυστικά απ? τα οποία εξαρτάται η ζωή των άλλων, η ελευθερία των > άλλων. > Αυτό το στοιχείο όμως σε βαραίνει πάρα πολύ. > > - Να μην προδώσω αυτά τα μυστικά, να μην γίνω υπεύθυνος για να > έρθουν στη φυλακή κι άλλοι συναγωνιστές μου. Να μην προδώσω, αυτό > σκέφτομαι συνέχεια. Να μην προδώσω. Να μην προδώσω. Αλλά πως ; > > - Σκέψου κάτι άλλο. Φυλάκισε το μυαλό σου σε ένα παιχνίδι με > λέξεις > χωρίς νόημα. Σαν αυτά που παίζαμε στο σχολείο. > (αρχίζει το παιχνίδι?κάθε κρατούμενος λέει από μια λέξη με τη σειρά > του > ενώ ταυτόχρονα η κίνηση των κρατούμενων περιορίζεται στα δυο άκρα της > σκηνής) > > Θέση, ανάθεση, κατάθεση, διάθεση, παράθεση, αντίθεση, υπόθεση, > έκθεση, > πρόθεση, σύνθεση, πρόθεση > > (στο βάθος της σκηνής, οι δεσμοφύλακες βάζουν ένα κρατούμενο να > καθίσει με > πλάτη στο κοινό, ανάλογα με το διάλογο που ακολουθεί τον υποχρεώνουν > να > σηκωθεί, να καθίσει, τον σπρώχνουν ή ακόμη του φέρονται «ευγενικά») > > - ?τάση, ανάταση, παράταση, διάταση, στάση, ανάσταση, > περίσταση > > (Στο βάθος της σκηνής) > - Λέγε : ποιοι ήταν οι άλλοι, πόσοι ήσασταν στην ομάδα σου, > ποιες > ήταν οι επαφές σου, τι κάνατε ; > > - Τα ξέρουμε όλα, όλα. Οι άλλοι μας τα είπαν όλα, είπαν πως > εσύ > είσαι ο αρχηγός, θα τα φορτώσουν όλα σε σένα. > > - Φύγετε, αφήστε τον σε μένα. Είναι καλό παιδί. Θα δείτε, θα > τα πει > όλα. Λέγε. Πέστα όλα να ξαλαφρώσεις. Πες μου μόνο δυο ονόματα. Δε > λυπάσαι > τα νιάτα σου. Δε λυπάσαι τον καιρό που φεύγει ; > > - Τ? όνομα του. Πες μας το όνομά του ! > > (Μπροστά στη σκηνή) > - Καρύδι, καρυδότσουφλο, τσόφλι, τσόφλι ; φλούδα > - Μπανανόφλουδα > - Μπανανόφλουδα?(σκέφτεται) παγίδα > - Μμμ?πονηριά > - Απάτη > - Κίνδυνος > - Φόβος > - Φόβος ; μμμ γενναίος > - Εσύ > - Εγώ, τι εγώ ; > - Είσαι αλήθεια, είσαι πολύ γενναία? > > Μουσική : Batucada, Μίκης Θεοδωράκης > > (Στο βάθος της σκηνής) > - ʼκουσε παιδί μου. Δεν σε πιάσαμε αμέσως?για να δεις την > καλοσύνη > μας. Το τι έχεις κάνει είναι γνωστό στις αρχές. Δεν έχεις κάνει και > λίγα > πράγματα. Τα ξέρουμε όλα. Λοιπόν σαν καλό παιδί πες τα. ʼντε θα > περάσεις > καλά. Σκέψου ένα πράγμα μόνο. Η Ασφάλεια για τους κακούς είναι Κόλαση > και > για τους καλούς Παράδεισος. > > - Πρόσεξε, δεν εξετάζουμε την ενοχή σου. Αυτή είναι δεδομένη. > Την > ειλικρίνειά σου επιζητούμε. Εγώ παρ? όλο που δεν εξηγήθηκες καλά στο > σπίτι > είναι έτοιμος να τα συγχωρήσω όλα. Θέλω να μου πεις τα ονόματα των > ανθρώπων που είχατε επαφή. Κατάλαβες ; Αυτούς που έβλεπες. Λοιπόν ; > Τίποτα?Θα το μετανιώσεις. Ακούς ; Θα το μετανιώσεις ! > > (Μπροστά στη σκηνή) > - Με ανεβάζουνε στις σκάλες. Πάνω στην ταράτσα. Μετά στο μικρό > δωμάτιο. Όλα χωρίς καμιά βιασύνη. Ανάψανε το φως του πλυσταριού. > Αισθάνθηκα το κύριο πρόσωπο της παρέας. Παρατηρούσα. > > - Έπιασαν δουλειά. Έψαχναν το σχοινί. Δεν το βρίσκανε. Τα > βάζανε με > κάποιον Μάλλιο και κάποιον Μπάμπαλη που είναι τσαπατσούληδες. Κάνουνε > τη > δουλειά τους και τα παρατάνε όλα όπου βρουν. Κάποιος μου είπε να μην > κοιτάζω σαν βλάκας και να ψάξω και γω. Ένας άλλος τους είπε να κάτσω > εκεί > που καθόμουνα, δεν τους χρειαζόταν η βοήθειά μου. > > - Τελικά βρέθηκε το σχοινί. Δεν ξέρω γιατί αλλά είχα μια > ελπίδα > μήπως δεν βρεθεί το σχοινί. Τώρα που βρέθηκε άρχισα να σκέφτομαι > μήπως πω > ένα τόσο δα όνομα και γλιτώσω. Κάποιος πρότεινε «να μη χτυπήσουμε το > παιδί > που φαίνεται καλό, να το αφήσουμε λιγάκι να σκεφτεί, να πιει ένα > καφεδάκι > με την ησυχία του και το πρωί μας τα λέει». Αισθάνθηκα μια > ανακούφιση. > Αλλά ο άλλος, αποφασισμένα λέει : «δέστε τον». > > - Όταν ήμουν μικρή, ανέβαινα στην ταράτσα του σπιτιού μας και > έπαιζα. Ήταν το βασίλειό μου. Η μάνα μου με μάλωνε : «Κατέβα γρήγορα > ! Αν > πέσεις και χτυπήσεις θα τις φας ?». Ευλογημένα χέρια της μάνας μου. > Τα > χέρια της σήμερα τρέμουν φορτωμένα πακέτα για το παιδί της. Τη > σπρώχνουν, > τη διώχνουν, γυρίζει στο σπίτι με τα χέρια φορτωμένα. Πώς να σου > περιγράψω > αυτή την ταράτσα με το πλυσταριό. Δεν μοιάζει καθόλου με την ταράτσα > των > παιδικών μου χρόνων. > > Μουσική : Το λιβάδι που δακρύζει, Ελένη Καραϊνδρου > (Ακούγεται ξανά η φυσαρμόνικα να παίζει την εισαγωγή της «Μυρτιάς». > Οι > δεσμοφύλακες επιβάλλουν γρήγορα τη σιωπή με φωνές «πάψτε», «ησυχία», > «σιωπή», «σώπα»? > > Οι δεσμοφύλακες παίρνουν τον κρατούμενο και αποχωρούν ? οι > κρατούμενοι > μπαίνουν στα κελιά τους. Στο κέντρο της σκηνής ένα θρανίο και δυο > καρέκλες. Εκεί γράφουν τα γράμματά τους δυο κρατούμενοι) > > - Έκανα τεσσεράμισι χρόνια να δω συγγενή μου. Μόνο τα γράμματα > είχα. Την αλληλογραφία. Αλληλογραφία όμως τι σήμαινε ; Ένα γράμμα τη > βδομάδα, το μήνα. > > - Ένα γράμμα το μήνα 20 γραμμές. Τι να του πεις ; Είναι αυτό > που > λέει το τραγούδι «είμαι καλά». Τι άλλο να του πεις ; Δεν μπορείς να > πεις > τίποτα άλλο. Δεν έχεις χώρο? > > (Τραγουδούν οι κρατούμενοι -ες : «Είμαι καλά, είμαι καλά πολύ καλά, > για > σας το ίδιο επιθυμώ?» > Οι δεσμοφύλακες εμφανίζονται και επιβάλλουν τη σιωπή με φωνές > «πάψτε», > «ησυχία», «σιωπή», «σώπα» και αποχωρούν?) > > - Απ? το παράθυρό μου φαίνεται μόνο ένα κομμάτι ουρανός. Πόσο > μου > ?χει λείψει η πρωινή σου γκρίνια. Γιατί δεν έρχεσαι να με δεις ; Έστω > για > μια φορά. Σε παρακαλώ. Μια φορά. Για λίγο. > > > (Οι κρατούμενοι μπαίνουν στα κελιά. Δυο παιδιά συζητούν στη σκηνή) > > - Κάθε φορά που πηγαίνω στη φυλακή και βλέπω τον αδελφό μου, > στέκεται μπροστά ένας φύλακας ? στρατιώτης και δεν μπορούμε να πούμε > τίποτα. Προχθές τον ρώτησα αν παίρνει τα χάπια του κι ο στρατιώτης > ποιος > ξέρει τι νόμιζε ότι λέγαμε, θύμωσε και με πέταξε έξω. > - Πρέπει να έρθω και γω μαζί. > - Μα δεν είσαι συγγενής. Δεν θα σε αφήσουν. > - Θα με παρουσιάσεις σαν συγγενή. > - Και πως θα συνεννοηθείς μπροστά στο στρατιώτη ; > - Θα πω στον αδελφό σου να παίξουμε τα ανάποδα ! > - Ποια ανάποδα ; > - Είχαμε βρει ένα κόλπο με τον αδελφό σου παλιά, για να > ξεγελάμε τη > λογοκρισία όταν γράφαμε γράμματα. > - Τι είναι αυτή η λογοκρισία ; Τι θα πει λογοκρισία ; > - Θα πει πως οι άνθρωποι της χούντας ανοίγουν τα γράμματα και > τα > διαβάζουν. Πώς να γράψεις λοιπόν ελεύθερα ; Θα βρεις το μπελά σου. > - Και τι κάνατε ; > - Παίζαμε τα ανάποδα. Δηλαδή, γράφεις για παράδειγμα : «Ο > Πέτρος > είναι κοντά μου και παίζω μαζί του» Και εννοείς το αντίθετο : «Ο > Πέτρος > έφυγε και δεν παίζω μαζί του». Κατάλαβες ; > - Έτσι θα γίνει. Πάμε μαζί να δούμε τι θα καταφέρουμε. > > (Περπατούν μαζί, φτάνουν μπροστά σε ένα κελί. Δίνουν ένα χαρτί στο > δεσμοφύλακα που στέκεται απ? έξω. Αυτός το κοιτάζει και τις οδηγεί > στο > θρανίο όπου μετατρέπεται σε χώρο επισκεπτηρίου. Επιστρέφει στο κελί > και > φέρνει τον κρατούμενο. Οι επισκέπτες του χαρίζουν ένα λουλούδι. > Ακουμπούν > τις παλάμες τους σαν να τους χωρίζει ένα διαχωριστικό πλέγμα) > > - (εμπιστευτικά) Θα μιλάμε ανάποδα όπως τότε με τη λογοκρισία. > Θυμήσου ! > - Αδελφέ μου, είσαι καλά ; Αδελφέ μου καλέ, ΑΝΑΠΟΔΕ αδελφέ > μου, > είσαι καλά ; Πες μου? > - Ναι, ναι, πολύ καλά. Κοιμήθηκα τέσσερις μέρες συνέχεια. > Έμεινα > ξαπλωμένος τέσσερα εικοσιτετράωρα. Ξαπλωμένος, ντυμένος. Φοράω όλα τα > ρούχα μου. Δεν βγάζω τη φανέλα μου. > - Και τρως καλά ; > - Πολύ. Τρώω συνέχεια και πίνω πολύ νερό. Τέσσερις μέρες και > τέσσερις νύχτες, έπινα συνέχεια ξαπλωμένος. > - Πως τα περνάς ; > - Όλοι είναι πολύ ευγενικοί μαζί μου. Κανείς δε με χτυπάει, > κανένας > δε με βρίζει, δε με ρωτάει. Τέσσερα εικοσιτετράωρα έμεινα ξαπλωμένος, > ντυμένος εντελώς, έπινα, έτρωγα, κοιμόμουν και ήμουν εντελώς μόνος. > - ʼντε, τελειώνετε. Αρκετά είπατε ! > - Θέλεις τίποτα από μένα ; > - Ναι. Θέλω να πεις σε όλους πόσο καλά περνάω εδώ. Μερικοί > λένε > ψέματα πως δεν μας αφήνουν να κλείσουμε μάτι. Ψέματα ! Ούτε μας > χτυπάνε, > ούτε μας στερούν το νερό και το φαγητό. Και πάντα ξαπλωμένος στέκομαι > ! Δε > νυστάζω καθόλου και γρήγορα θα βγω. > - Ε, τώρα τα ?πατε. Φτάνει. > > (Οι επισκέπτες αποχωρούν. Ο δεσμοφύλακας επιστρέφει τον κρατούμενο > στο > κελί. Ακούγεται πάλι στο βάθος η φυσαρμόνικα να παίζει την εισαγωγή > της > «Μυρτιάς». Οι δεσμοφύλακες επιβάλλουν τη σιωπή με φωνές «πάψτε», > «ησυχία», «σιωπή», «σώπα» και αποχωρούν? > Οι κρατούμενοι μπαίνουν όλοι και βαδίζουν νευρικά, ένας - ένας > παίρνει το > λόγο) > > - Σώπα, μη μιλάς, είναι ντροπή, κόψ' τη φωνή σου > σώπασε επιτέλους - κι αν ο λόγος είναι αργυρός η σιωπή είναι χρυσός. > Τα πρώτα λόγια που άκουσα από παιδί, έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα μου > λέγανε: > (όλοι μαζί, βάζοντας το δάχτυλο μπροστά στο στόμα): "Σσσσσς, σώπα" > > > > - Στο σχολείο μού κρύψανε την αλήθεια τη μισή, μου λέγανε :"εσένα τι > σε > νοιάζει ; " > (όλοι μαζί): "Σσσσσς, σώπα" > > - Με φίλησε το πρώτο κορίτσι που ερωτεύτηκα και μου λέγανε: > "κοίτα μην πείς τίποτα!" > (όλοι μαζί): "Σσσσσς, σώπα" > > > > > - Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε. Και αυτό βάσταξε μέχρι τα > εικοσί > μου χρόνια. > > - Ο λόγος του μεγάλου - η σιωπή του μικρού. Έβλεπα αίματα στο > πεζοδρόμιο, > "Τι σε νοιάζει εσένα;", μου λέγανε, "θα βρεις το μπελά σου". > (όλοι μαζί): "Σσσσσς, σώπα" > > - Αργότερα φωνάζανε οι προϊστάμενοι : > "Μη χώνεις τη μύτη σου παντού, κάνε πως δεν καταλαβαίνεις" > (όλοι μαζί): "Σσσσσς, σώπα" > > > > - Σε χρόνια δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες με συμβουλεύανε : > "Μην ανακατεύεσαι, κάνε πως δεν είδες τίποτα" > Μπορεί να μην είχαμε με τους γείτονες γνωριμίες ζηλευτές, μας ένωνε > όμως, > το Σώπα. > > - Σώπα ο ένας, σώπα ο άλλος σώπα οι επάνω, σώπα οι κάτω, > σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο. > > > - Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι. > Κατάπιαμε τη γλώσσά μας. Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε. > > > - Φτιάξαμε το σύλλογο του "Σώπα". > Μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή! > > - Μάθε το στη γυναίκα σου, στο παιδί σου, στην πεθερά σου > κι όταν νιώσεις ανάγκη να μιλήσεις ξερίζωσε τη γλώσσα σου > και κάν' την να σωπάσει. > Το μόνο άχρηστο όργανο από τη στιγμή που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά. > > - Δεν θα έχεις έτσι εφιάλτες, τύψεις κι αμφιβολίες. > Δε θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου και θα γλιτώσεις από το βραχνά να μιλάς > , > χωρίς να μιλάς να λες "έχετε δίκιο, είμαι σαν κι εσάς" > > > - Αχ! Πόσο θα 'θελα να μιλήσω > και δεν θα μιλάς, θα γίνεις φαφλατάς, θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς . > > > - Κόψε τη γλώσσα σου, κόψε την αμέσως. Δεν έχεις περιθώρια. Γίνε > μουγκός. > Αφού δε θα μιλήσεις, καλύτερα να το τολμήσεις. Κόψε τη γλώσσα σου > για να είσαι τουλάχιστον σωστός στα σχέδια και στα όνειρά μου. > > > - Ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσα μου, > γιατί νομίζω πως θα ?ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω > και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω > και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο , > με έναν ψίθυρο, με ένα τραύλισμα, με μια κραυγή που θα μου λέει: > (όλοι μαζί δυνατά ) ΜΙΛΑ ! > > (Κάνουν να φύγουν μα τους σταματάει η μουσική της φυσαρμόνικας. > Ακούγεται > ένα παιδί να τραγουδά τον πρώτο στίχο. Μετά δυο μαζί το δεύτερο κλπ. > Από > το παράθυρο του κελιού βγαίνει το λουλούδι. Σε λίγο όλα μαζί τα > παιδιά > τραγουδούν και χτυπούν παλαμάκια. Οι δεσμοφύλακες βγαίνουν στη σκηνή > και > προσπαθούν μάταια να επιβάλλουν ησυχία. Οι κρατούμενοι τους > απομονώνουν?Το > τραγούδι κυριαρχεί?) > > Είχα μια θάλασσα στο νου > κι ένα περβόλι, περιβόλι τ? ουρανού ] 2x > Την ώρα π? άνοιγα πανιά > για την απάνω γειτονιά > Για την απάνω γειτονιά > την ώρα π? άνοιγα πανιά > > Στα παραθύρια τα πλατιά | 2x > χαμογελούσε μια μυρτιά | 2x > > Κουράστηκα να περπατώ, ω, ω, ω | 2x > και τη ρωτώ και τη ρωτώ | 2x > > Πες μου μυρτιά να σε χαρώ > πού θα ?βρω χώμα, θα ?βρω χώμα και νερό ] 2x > να ξαναχτίσω μια φωλιά > για της αγάπης τα πουλιά > > Στα παραθύρια τα πλατιά | 2x > είδα και δάκρυσε η μυρτιά | 2x > > Την ώρα π? άνοιγα πανιά | 2x > για την απάνω γειτονιά | 2x > > Στα παραθύρια τα πλατιά | 2x > χαμογελούσε μια μυρτιά |2x > > > (Ακούγεται το τραγούδι του Θεοδωράκη «Ποιος δε μιλά για τη Λαμπρή». > Οι > κρατούμενοι είναι πια οι εξεγερμένοι του Πολυτεχνείου. Ανεμίζουν > πολύχρωμες σημαίες και τρέχουν πάνω στη σκηνή. Γκρεμίζουν τα κελιά > και > διώχνουν τους δεσμοφύλακες. Ταυτόχρονα, προβάλλεται βίντεο με τα > γεγονότα > του Πολυτεχνείου. Μετά από λίγα λεπτά, ακούγονται πυροβολισμοί και ο > ήχος > από ερπύστριες. Όλοι σταματούν. Παγωμένη εικόνα?ένα ? ένα τα παιδιά > παίρνουν το λόγο και μετά κάθονται) > > > - Ήταν Νοέμβριος και χαιρόμασταν πάρα πολύ που > βγήκαν > στη μέση αυτά τα γεγονότα κι είχε σταματήσει το σχολείο κι είχε > γίνει η > ζωή μας σαν γιορτή. Ήταν σαν Πάσχα. Ο κόσμος πηγαινοερχόταν, ανήσυχος > και > χαρούμενος. Από μακριά ακουγόταν που και που καμιά τουφεκιά. Όλη μέρα > είχε > μια συννεφιά και μια κουφόβραση. Σαν πήρε να νυχτώνει περάσανε κάτι > φίλοι > μου και με πήρανε για να κατέβουμε κι εμείς κάτω?εκεί που ήταν > κλεισμένα > τ? άλλα παιδιά και είχε μαζευτεί πολύς κόσμος? > > - Μέσα μου φτερούγιζε ένας φόβος και μια χαρά, δεν > ξέρω > γιατί?αλλά ήταν σαν παραμονή μιας μεγάλης γιορτής. Εγώ μόλις τελείωνε > το > καλοκαίρι και μέχρι να έρθει πάλι η άνοιξη, νόμιζα πως όλος αυτός ο > καιρός > ήταν ένα μεγάλο πρωινό κάποιας Δευτέρας, ένα πρωινό που κράταγε πάνω > από > εφτά μήνες και που μύριζε υγρασία και βενζίνη. > Κείνο το βράδυ νόμιζα πως οι Δευτέρες του κόσμου θα τέλειωναν πια και > πως > όλος ο καιρός μας θα γινόταν? ένα Σαββατοκύριακο. > > - Πήραμε το τρένο και κατεβήκαμε στο κέντρο της > πόλης. > Μόλις βγήκαμε, είδαμε τον κόσμο πανικοβλημένο και χαρούμενο να τρέχει > πάνω > κάτω με κλαμένα μάτια. Παντού μέσα στους δρόμους ήταν αναμμένες > μεγάλες > φωτιές. Τις άναβαν για να εξουδετερώσουν τα δακρυγόνα που πετούσε η > αστυνομία. > > - Μπήκαμε στο δρόμο που περνούσε μπροστά από το > κτίριο > που ήταν κλεισμένα τα παιδιά. Κόσμος πολύς, πατείς με πατώ σε, > δακρυγόνα, > πυροβολισμοί, πανικός και μια περίεργη χαρά. Βλέπαμε ανθρώπους που > φεύγανε > έντρομοι λέγοντάς μας, «φύγετε, φύγετε, πυροβολούν από τις ταράτσες > στο > ψαχνό, φύγετε». Μα εμείς προχωρούσαμε γιατί, λέγαμε, μα τι μπορούν να > μας > κάνουν, εικοστός αιώνας είναι πλέον?θα μας σκοτώσουν ; Αυτό θα > σημαίνει > και το δικό τους τέλος?και προχωρούσαμε σπρώχνοντας προς την πύλη. > Όλος ο > δρόμος ήταν γεμάτος από τρόλεϊ και λεωφορεία με σκασμένα λάστιχα και > συνθήματα στα πλευρά. > > - Κείνο το βράδυ νόμιζα πως οι Δευτέρες του κόσμου > θα > τέλειωναν πια και πως όλος ο καιρός μας θα γινόταν? ένα > Σαββατοκύριακο. > > - Κάποτε φτάσαμε μπροστά στην πύλη, εκεί ο > ενθουσιασμός > ήτανε πολύ μεγάλος, τραγούδια που λέγανε για χαρά, ελευθερία, πρόοδο > και > ισότητα. Ενθουσιαστήκαμε και μεις, φωνάζαμε, κλαίγαμε, > χειροκροτούσαμε, > ήταν σαν τη νύχτα της Ανάστασης που ζούσαμε σαν ήμασταν μικρά παιδιά, > το > βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου. Έτσι, πέρασε η ώρα χωρίς να το > καταλάβουμε κι > έγινε δυο η ώρα μετά τα μεσάνυχτα. > > - Μια κοπέλα δίπλα μου έβαλε τα κλάματα, φώναζε > ότι δεν > μπορεί να βλέπει αίματα. Ένα αγόρι την παραμέρισε κι αυτή συνέχιζε > ότι πως > βρέθηκε εδώ μέσα δεν το κατάλαβε. Κατέβηκε λέει το απόγευμα να δει τι > γίνεται. Βούιξε η Αθήνα και κατέβηκε. Βλέπει τη συμμαθήτριά της την > Πούλια > μέσα και μπήκε στον αυλόγυρο. Μέχρι να πουν τα νέα τους, αρχίζουν οι > αστυνομικοί τα δακρυγόνα, που να φύγει. Περίμενε να ησυχάσουν τα > πράγματα, > αντί γι? αυτό χειροτέρευαν. Και να σου την τώρα εδώ μέσα άγρια > μεσάνυχτα. > Θα πεθάνουν οι γονείς της από την αγωνία τους. Ένα βιβλίο τους είπε > πως > κατεβαίνει ν? αγοράσει. Αλλά πουν ?ν? την τώρα ; > > - Πήγαινε να σκάσει σοβαρή και φοβισμένη. Όσο την > έβλεπα τόσο τη συμπονούσα. Έδειχνε αποσβολωμένη με όλα αυτά που > γίνονταν > μπροστά στα μάτια της. Την αγκάλιασα και της λέω μη φοβάσαι, εδώ μέσα > είσαι ασφαλής. Έρχεται και τ? αγόρι από κοντά. Την παρηγορεί, ότι > περιφρουρούμε γερά τα κάγκελα, είμαστε μια μεραρχία ψυχωμένοι που δεν > θα > τους αφήσουμε να περάσουν. > > - Όμως η μαθήτρια δεν έλεγε να ηρεμήσει. > Ανησυχούσε για > τους γονείς της. Πώς να προβλέψει ότι θα την αποκλείαν εδώ μέσα ; Για > όλα > όμως φταίει η Πούλια που παρασέρνει όλα τα κορίτσια στο σχολείο, τους > λέει > όλο για ήρωες και κατορθώματα και για την αντίσταση κατά των Γερμανών > και > πολλά άλλα. Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία τους λέει και τα > ζαλίζει > και τα ξετρελαίνει τα κορίτσια γι? αυτό πέρσι λίγο έλειψε να την > αποβάλλουν. Κι αν δεν ήταν η φιλόλογος να μπει στη μέση, «μη μου > πειράξετε > την καλύτερή μου μαθήτρια», δεν θα υποχωρούσε ο γυμνασιάρχης. > > - Εκείνη τη στιγμή, έπεσε κι άλλος χτυπημένος στο > δρόμο. Τον βλέπει η μικρή και κόβει τη λογοδιάρροια. Έσφιγγε τα > κάγκελα με > απόγνωση? > > - Κείνο το βράδυ νόμιζα πως οι Δευτέρες του κόσμου > θα > τέλειωναν πια και πως όλος ο καιρός μας θα γινόταν? ένα > Σαββατοκύριακο. > > - Ξαφνικά νιώσαμε από μακριά ένα θόρυβο μέσα στη > νύχτα > σα να κυλάει κατά πάνω μας ένας σιδερένιος ποταμός. Ο κόσμος άρχισε > να > τρέχει πανικόβλητος και να χάνεται στα στενά. Ήμασταν περικυκλωμένοι > από > την αστυνομία και το στρατό. > > - Και τότε ακούστηκε εκείνος ο θόρυβος, σαν έμμονο > βουητό, έκανε όλο το χώρο να τρίζει. Κάποιες πνιγμένες φωνές έφτασαν > στ? > αφτιά μου, να κατέβουμε όλοι στο προαύλιο, έλεγαν. Εκεί κάτω, ακόμη > νύχτα, > ο θόρυβος ακουγόταν πιο καθαρά. Εκείνο είχε αρχίσει να πλησιάζει. > Αργά ? > αργά, το τρίξιμο του δρόμου και του κτιρίου γινόταν πιο έντονο, το > βουητό > αυτού που ερχόταν πιο δυνατό, το σφίξιμο μέσα μου πιο δυνατό. Στη > φαντασία > μου είχαν αρχίσει ήδη να προβάλλουν σαν εικόνες, τα γκρίζα μεταλλικά > κομμάτια του, η καμπίνα στο πιο ψηλό σημείο του, ο μακρύς σιδερένιος > σωλήνας, οι πολλές ρόδες που γύριζαν αργά αλλά σίγουρα, > κατασπαράζοντας > την απόσταση. > > - Νόμιζα ότι μόνο θα μας χτυπήσουν, ή το πολύ ? > πολύ, > θα φώναζαν την πυροσβεστική να μας καταβρέξει και να μας διαλύσει. > Αυτοί > όμως είχανε όπλα κι αρχίσανε να ρίχνουν στο ψαχνό. Σε λίγο φάνηκε και > το > σιδερένιο θηρίο. > > - Γκρίζες αισθήσεις, μια παγωμάρα. Στο μισοσκόταδο > του > προαυλίου έβλεπα τις ματιές να ψάχνουν μεταξύ τους, τα πρόσωπα, τα > βλέμματα γεμάτα απορία. Κι ύστερα, ένα ξαφνικό φως. Λαμπρό, κάτασπρο. > Ένα > φως από τεράστιους προβολείς, να πέφτει πάνω στο προαύλιο και τα > πρόσωπα. > Ακινησία. Μόνο το φως κυκλοφορούσε ματαιώνοντας κάθε απόπειρα > κίνησης. Και > μετά, εντελώς ξαφνικά, οι φωνές βουβάθηκαν. Τα σώματα σαν στήλες > άλατος. > Τα στόματα ανοιχτά χωρίς ήχο. Εκείνο κινιόταν στην αρχή σχεδόν > αδιόρατα, > τρίζοντας τα μεταλλικά του σημεία, προχωρούσε καταπάνω στην πύλη. Τα > παιδιά που ήταν σκαρφαλωμένα πάνω της δεν είχαν φύγει. Εκείνο > κινιόταν κι > έμοιαζε ακίνητο, θηρίο που κάλπαζε σε αργή κίνηση και ?κρακ. Έπεσε > πάνω > στις πύλες και τις γκρέμισε. > > - Κάτω απ? το λευκό φως άστραψαν κόκκινα σχήματα. > Ακίνητα σώματα. Όρθια ή πεσμένα. Στο προαύλιο δεν υπήρχε ήχος. > Κάποιος μ? > έσπρωξε με κάτι μεταλλικό, ήταν κάνη όπλου. Έπρεπε να βγω μαζί με > τους > άλλους. > > - Από παντού άκουγες κραυγές, πυροβολισμούς, > σφυρίχτρες > και πράγματα που σπάγανε. Είχα σταθεί ακίνητος στη θέση μου, δεν > πίστευα > στα μάτια μου. Ξαφνικά ένιωσα μέσα στο στήθος μου κάτι σαν σιδερένια > γροθιά. Κοίτα να δεις, είπα. Με χτύπησαν άσχημα. Έπεσα > κάτω?ζαλίστηκα. > Συνήλθα όμως κάπως. Φοβήθηκα μήπως πεθάνω κι άρχισα να λυπάμαι γιατί > ήμουν > μόνο 17 χρονών?. > > - Αυτά. Μετά από όλα αυτά μας είπανε πως όλα πήγαν > μια > χαρά. Οι κακοί φυλακίσθηκαν κι η ζωή βρήκε πάλι το ρυθμό της. > > > - Το βράδυ αυτό, το κάνανε κάτι σα γιορτή, σαν > επέτειο. > Και μένα διάλεξαν να με κάνουν ήρωα. Γιατί ήμουν νέος και γιατί > σπούδαζα > σε μια τεχνική σχολή. Κάθε φορά λοιπόν που εσείς γιορτάζετε κι > έρχεστε και > κρεμάτε στεφάνια, έρχομαι κι εγώ εδώ και περπατάω ανάμεσά σας για μια > βραδιά, άγνωστος ανάμεσα σε άγνωστους. Μα ύστερα από την τρίτη ή > τέταρτη > επέτειο, είδα και κατάλαβα καλά πως έχουν σήμερα τα πράγματα. Κι > άρχισα να > στενοχωριέμαι και να προβληματίζομαι > Γιατί?τι είναι η ζωή μας σήμερα ; > Μια Δευτέρα πρωί είναι ! Μια Δευτέρα πρωί. Οι γιορτές μας άνοστες > μέρες, > γεμάτες πλήξη, θλίψη κι ανία, στολισμένες με χίλιες δυο φθηνές, > άχρηστες > γεύσεις, πλαστικά τραγούδια και σχέσεις φυτεμένες στο προσωπικό > συμφέρον. > Βλέπω να μην υπάρχουν φίλοι. Όλοι φοβούνται μήπως μείνουν απ? > έξω?μήπως > μείνουν πίσω. Καθένας τους έχει την κοίτη του, το αυλάκι του?και το > νερό > τρέχει προς την θάλασσα της προσωπικής του ευτυχίας?Δουλειά απ? το > βράδυ > ως το πρωί?άχρηστα ψώνια?τις γιορτές?να λες πως κάτι κάνεις?και πως > ζεις ! > Μια Δευτέρα πρωί, που μυρίζει υγρασία και βενζίνη. > Όχι, δεν είμαι παραπονεμένος. Κείνο το βράδυ νόμιζα πως οι Δευτέρες > του > κόσμου θα τέλειωναν πια και πως όλος ο καιρός μας θα γινόταν? ένα > Σαββατοκύριακο. Το όνειρό μου έλαμψε σε κείνη τη γιορτή σαν > πυγολαμπίδα > στο σκοτεινό ουρανό. Αυτό το μικρό φως, ένα κομμάτι από το μέλλον > όπου > όλες οι Δευτέρες του κόσμου θα ?χουν πια τελειώσει, είναι ότι θυμάμαι > από > κείνο το βράδυ. > Κι αν υπάρχουν κομμάτια από αυτό το μέλλον, μέσα στο γκρίζο σήμερα, > αυτά > είναι σαν τα χαμόγελα των παιδιών. Στα θρανία των σχολικών τάξεων, > υπάρχουν σταγόνες απ? το αύριο, στις αλάνες και τα μαξιλάρια των > παιδιών > σιγοψυθιρίζει τα μυστικά του το μέλλον. > Όχι, δεν είμαι παραπονεμένος. > Καληνύχτα φίλοι μου ! > > Ακούγεται το τραγούδι «Αρνιέμαι». Προβάλλεται βίντεο με αγώνες και > διαδηλώσεις για την παιδεία, την ειρήνη κλπ. στην Ελλάδα και τον > κόσμο με > το σύνθημα «αυτοί οι αγώνες συνεχίζονται» > > > Πηγές : > «Μίλα», Αζίζ Νεσίν > Ένα τραγούδι δε φτάνει, ταινία της Ελισάβετ Χρονοπούλου > Ανθρωποφύλακες, Περικλής Κοροβέσης > Η αρχαία σκουριά, Μάρω Δούκα > Η τρομοκρατία της μνήμης, Λεία Βιτάλη > Η επέτειος, Γιώργος Μανιώτης > Τα γενέθλια, Ζωρζ Σαρή > Ιστορίες του γέρο Αντόνιο, subcomandante Marcos > Το μελάνι φωνάζει, η 17η Νοέμβρη στη λογοτεχνία, του Ηλία Γκρη > Ο τίτλος του θεατρικού είναι παράφραση από το βιβλίο του Τάσου > Δαρβέρη > «Μια ιστορία της νύχτας 1967 ? 1974». > > Η παράσταση αυτή είναι μια εκδοχή δραματοποίησης μιας σειράς > εξαιρετικών > κειμένων για τη δικτατορία και το Πολυτεχνείο. Είναι προφανές ότι οι > αυτοσχεδιασμοί, η επιλογή - επιμέλεια κειμένων και μουσικής, τα > θεατρικά > ευρήματα, τα βίντεο κλπ. αλλά και οι μονόλογοι και οι διάλογοι, > μπορούν > και πρέπει να προσαρμόζονται στη δυναμική της τάξης και την αισθητική > άποψη του εκπαιδευτικού και των παιδιών. Οι βασικές πηγές που πάνω > τους > στηρίχτηκε η ιδέα της παράστασης είναι δυο. Η ταινία της Χρονοπούλου > «ένα > τραγούδι δε φτάνει» ήταν η μια. Η άλλη ? η πιο σημαντική -, ήταν η > δουλειά > που κάναμε με μια ομάδα καλών συναδέλφων και δάσκαλο τον Τάκη > Τζαμαριά στο > Μαράσλειο Διδασκαλείο πάνω σε κείμενα από το μυθιστόρημα της Ζωρζ > Σαρή «τα > γενέθλια». Σε αυτούς τους συναδέλφους και τις δημιουργικές στιγμές > που > περάσαμε μαζί θα ήθελα να αφιερώσω αυτή τη μικρή δουλειά. > Δ.Μ. > > _____________________ > > orasi mailing list > διαβάστε για αυτή την λίστα και τα θέματα που συζητά στο > //www.freelists.org/webpage/orasi > > Για να στείλετε ένα μήνυμα και να το δουν όλοι οι συνδρομητές της λίστας > στείλτε email στην διεύθυνση > orasi@xxxxxxxxxxxxx > > Για να διαγραφείτε από αυτή την λίστα μπορείτε οποιαδήποτε στιγμή να > στείλετε email στην διεύθυνση > orasi-request@xxxxxxxxxxxxx > και στο θέμα γράψτε unsubscribe. > > Το αρχείο της λίστας βρίσκεται στο > //www.freelists.org/archives/orasi > > ______________ > > > > > _____________________ orasi mailing list διαβάστε για αυτή την λίστα και τα θέματα που συζητά στο //www.freelists.org/webpage/orasi Για να στείλετε ένα μήνυμα και να το δουν όλοι οι συνδρομητές της λίστας στείλτε email στην διεύθυνση orasi@xxxxxxxxxxxxx Για να διαγραφείτε από αυτή την λίστα μπορείτε οποιαδήποτε στιγμή να στείλετε email στην διεύθυνση orasi-request@xxxxxxxxxxxxx και στο θέμα γράψτε unsubscribe. Το αρχείο της λίστας βρίσκεται στο //www.freelists.org/archives/orasi ______________