[openyourmind] Ο ελληνικός πυρήνας των ευρωπαϊκών γλωσσών (Νίκος Λυγερός)

  • From: Κούβαρης Κώστας <kostaskouv@xxxxxxxxx>
  • To: openyourmind <openyourmind@xxxxxxxxxxxxx>
  • Date: Tue, 03 Jan 2012 15:01:05 +0200

--------------------------------------------------------------------------------
Ο ελληνικός πυρήνας των ευρωπαϊκών γλωσσών (Νίκος Λυγερός)

(ομιλία, Σέρρες, 27 Σεπτεμβρίου 2008)

Θα ήθελα, λοιπόν, να σας ευχαριστήσω, δεν θα πω πολλά τυπικά, είμαι πιο πολύ της ουσίας. Θα μιλήσουμε για τη γλώσσα την ελληνική, αυτή που μας έδωσαν οι πρόγονοί μας και θα μιλήσουμε, όμως, και για τις ευρωπαϊκές γλώσσες για την καθιερωμένη μέρα. Θα εκφράσω κι εγώ ευχαριστίες, αλλά φοβάμαι ότι είναι λίγο παράξενες – σας προειδοποιώ – εννοώ ότι ευχαριστώ πάρα πολύ ανθρώπους που με καλούν, χωρίς να ξέρουν τι θα πω. Γιατί, ξέρετε, συνήθως μας καλούν, μας καλούν με κάποιο δέος, αλλά ζητάνε το γραπτό λόγο και ελπίζουν ότι θα πούμε ακριβώς το ίδιο. Για κάμποσο καιρό το έκανα αυτό, αλλά καθώς το κοινό ήθελε να έχει μια αλληλεπίδραση, κατάλαβα ότι ο γραπτός λόγος είναι καλύτερα να γίνεται μετά. Άρα θα έχετε δικαίωμα – είμαστε σε διάλογο, είμαστε και στο πλαίσιο της Ελλάδας – να κάνετε και παρεμβάσεις, τα επιτρέπω όλα, απλώς σας υπενθυμίζω ότι όταν κάνετε ερωτήσεις, να ξέρετε ότι θα απαντάω! Δηλαδή, μην κάνετε ερωτήσεις μόνο και μόνο για να κάνετε τις ερωτήσεις, γιατί ούτως ή άλλως η απάντηση θα ’ρθει! Κάνω αυτή τη μικρή εισαγωγή, γιατί μερικές φορές, καθώς ασχολούμαι και με θέματα στρατηγικής, νομίζουν μερικοί ότι δεν μπορούν να κάνουν τις ερωτήσεις, γιατί θα θιγούν εθνικά θέματα. Θεωρώ ότι η γλώσσα είναι εθνικό θέμα κι αν δεν είναι η γλώσσα εθνικό θέμα, μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος τι είναι εθνικό. Διότι, αν επιστρέψουμε στη φράση του Ελύτη, μπορεί να αναρωτηθείτε ποιος σας την έδωσε τη γλώσσα και γιατί την ονομάζετε ελληνική! Επιπλέον, αν ανακαλύψουμε – και όχι αποκαλύψουμε – το σχήμα του, όσον αφορά στην Ελλάδα, ο Ελύτης έχει πει ότι η Ελλάδα δεν είναι τίποτε παρά μία γη, ένας ήλιος και μία θάλασσα! Τρεις λέξεις! Δύο ελληνικές, μία «ξένη». Θα μιλήσουμε και για την ορολογία του «ξένου», που είναι πολύ σημαντική, θα μιλήσουμε για έννοιες του τύπου «ξενοφοβία» και «φιλοξενία», θα αναρωτηθούμε γιατί μερικές έχουν περάσει και άλλες δεν έχουν περάσει, θα κοιτάξω και τις σημαντικές δομές. Για τους πιο ειδικούς, που ασχολούνται με τη γλώσσα – γιατί απ’ ό,τι κατάλαβα, υπάρχουν και τέτοια άτομα εδώ – θα έλεγα ότι ακολουθώ πιο πολύ τη Θεωρία του Chomsky, αλλά στις συντακτικές δομές, τη Θεωρία Αυτομάτων, δεν ενισχύω τον στρουκτουραλισμό, θεωρώ ότι ο de Saussure και ο Martinet έχουν κάνει έργο, είναι καλό όμως να έχουμε και τα όρια του Wittgenstein και θα ακολουθήσω μια μεθοδολογία του τύπου Feyerabend. Γιατί ο τίτλος περιέχει τη λέξη «πυρήνας» και όχι τη λέξη «υπόβαθρο»; Διότι με «υπόβαθρο» θα ήταν λάθος. Με «πυρήνα» είναι το γνωστικό αντικείμενο, το γλωσσολογικό. Άρα, ας αρχίσουμε απ’ την αρχή, είμαστε σε ινδοευρωπαϊκό πλαίσιο, το οποίο ανήκει σε μια μεγάλη κατηγορία των ανθρώπινων γλωσσών, γλώσσες που έχουν κλίση. Όπως ξέρουμε, έχουμε δύο μεγάλες, τις ινδοευρωπαϊκές και τις σημιτικές. Και έχουμε και τις φιλανδικές-ουγγρικές γλώσσες, το Finno-ougrien όπως θα έλεγαν οι Γάλλοι, που είναι εντελώς άλλη κατηγορία. Θα ασχοληθούμε, λοιπόν, περισσότερο με τα ινδοευρωπαϊκά. Με ποια έννοια; Με την έννοια ότι η ελληνική γλώσσα ανήκει σ’ αυτόν τον κλάδο, είναι ένα κλαδί μοναδικό, δηλαδή ξεφεύγει γρήγορα από τον κεντρικό πυρήνα, κατά συνέπεια η διαχρονικότητά του είναι πολύ σημαντική για μας τους γλωσσολόγους, γιατί μας δίνει ένα σημείο αναφοράς σε σχέση με άλλες γλώσσες. Δηλαδή όταν, ας πούμε, θα πω σ’ έναν γαλλόφωνο ότι τα γαλλικά ανήκουν στις γλώσσες που έχουν κλίση, αν δεν ξέρει πώς ήταν τα γαλλικά πριν, θα θεωρήσει ότι είναι αστείο, εφόσον στα γαλλικά δεν έχουμε κλίση τώρα. Επιπλέον, πρέπει να συμφωνήσουμε στο τι λέμε «γαλλικά». Δηλαδή εννοούμε τα γαλλικά τα σημερινά, εννοούμε τα γαλλικά του Molière, εννοούμε Rabelais ή ακόμα πιο παλιά του Ronsard που θα έχουμε ένα μίγμα με το λατινικό υπόβαθρο; Τα δύο μεγάλα συστήματα όσον αφορά στις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες στην Ευρώπη είναι τα ελληνικά και τα λατινικά, που θα αποτελέσουν έναν κοινό πυρήνα για το υπόβαθρο των γλωσσών, όπου θα υπάρξει ένα μίγμα. Προσέξτε, λοιπόν, γιατί δεν έχω βάλει «υπόβαθρο», διότι δεν παίρνουμε κατευθείαν τις ρίζες διαχρονικά και με την εξέλιξη και την πάροδο του χρόνου, μπορούμε να τις πάρουμε και εκ των υστέρων. Δηλαδή, όταν παράγουμε τη λέξη «τηλεόραση», δεν είναι μία λέξη που μας έρχεται από παλιά και τη χρησιμοποιούμε για το νέο αντικείμενο, είναι μία λέξη που έχει δημιουργηθεί – αν θέλετε τεχνητά – εκ των υστέρων. Βέβαια χρησιμοποιούμε τη Γλωσσολογία και το συντακτικό της Γλωσσολογίας, για να παράγουμε μια λέξη που, υποθετικά, θα μπορούσε να μας έχει έρθει από την αρχαιότητα. Κάνω αυτή τη διευκρίνιση, γιατί αν σ’ αυτό το ακροατήριο είχαμε εξωγήινους, εννοώ εκτός από μένα, θα έλεγαν ότι αυτές οι λέξεις είναι κατευθείαν αρχαία ελληνικά. Κι εδώ έχουμε και το πρόβλημα της ετυμολογίας: όταν παράγουμε με τον ίδιο τρόπο λέξεις καινούργιες, αλλά που θα μπορούσαν να υπήρχαν πριν, είναι δύσκολο να καθορίσουμε το χρόνο της δημιουργίας τους. Αυτό το λέω τώρα, ενώ θα μπορούσε να σας φανεί λίγο αφαιρετικό και μάλλον τεχνητό. Θα σας δώσω ένα πολύ συγκεκριμένο παράδειγμα. Όταν γράφουμε ή διαβάζουμε τουλάχιστον – γιατί είναι μια από τις ασχολίες μου – Γραμμική Β, θα ’πρεπε, στον ελληνικό χώρο τουλάχιστον, να την ονομάζουμε μόνο και μόνο Μυκηναϊκή και όχι Γραμμική Β. Διότι Γραμμική Β είναι ονομασία που δίνει ο αρχαιολόγος, όταν δεν ξέρει να τη διαβάσει και, όπως βλέπει ότι είναι γραμμική και τη διαχωρίζει από την Α, τις ονομάζει Α και Β. Αυτός είναι ο Arthur Evans. Παρακολουθεί τη διάλεξή του ο μικρός Michael Ventris που είναι αρχιτέκτονας – κι αυτά τα υπενθυμίζω για να μη νομίζετε ότι η γλώσσα αφορά μόνο τους γλωσσολόγους ή τους φιλολόγους, αφορά όλο τον κόσμο και έχουμε και μεγάλες συμβολές από ανθρώπους που είναι «εκτός» – αποφασίζει να αποκρυπτογραφήσει τη Γραμμική Β εκείνη την εποχή η οποία, προσέξτε, όσο είναι ο Ventris μόνος του, δεν είναι τίποτ’ άλλο από έναν κώδικα που δεν μπορεί να ονομαστεί Μυκηναϊκή. Το πρόβλημα ποιο είναι; Είναι ότι ξέρουμε από την Alice Cober ότι η Μυκηναϊκή έχει κλίση. Αυτό είναι σημαντικό, το βλέπουμε στις επιγραφές, στις πινακίδες, με το «τόσο», «τόσα» και έχουμε και την κλίση, όσον αφορά ενικό-πληθυντικό, άρα μας δίνουν ενδείξεις. Είναι οι λεγόμενες «τριάδες». Η ιδέα είναι ότι ο Ventris βρίσκει ένα υλικό που μπορούμε να το ονομάσουμε Γλώσσα, αν θέλουμε, αλλά που δεν ξέρει να προσδιορίσει πότε ομιλήθηκε αυτή η Γλώσσα. Άρα θα κάνει μια επαφή με τον John Chadwick, για να προσπαθήσει να βρει – προσέξτε τι θα πω τώρα! – πώς θα ήταν η Ομηρική Γλώσσα 500 χρόνια πριν! Δηλαδή, πολύ συχνά στη Γλωσσολογία ξέρουμε, σχετικά εύκολα, πώς θα εξελιχθεί μία γλώσσα. Ξέρουμε ότι αυτά που είναι σκληρά μπορούν να γίνουν μαλακά, ξέρουμε π.χ. ότι το t μπορεί να πηγαίνει προς το s, δηλαδή είναι κάτι φυσιολογικό. Άρα, εδώ ποιο είναι το πρόβλημά μας: είναι ότι αυτή την κατεύθυνση την ξέρουμε σχετικά καλά. Το ανάποδο, το αντίστροφο – αν θέλετε – είναι κάπως δύσκολο, γιατί μπορεί να έχουμε πολλά κλαδιά που καταλήγουν στο ίδιο. Πώς γίνεται αυτό; Γίνεται και μέσω της ετυμολογίας του λαού, όπως το ονομάζουμε. Δηλαδή, από λανθασμένη ετυμολογία. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα: Ας πούμε ότι είσαστε στα Γερμανικά: Sauerkraut και ξέρει ότι είναι choucroute σπάζει το choux croute δύο κομμάτια και θεωρεί ότι το croute μοιάζει με το κράουτ, άρα το choux μάλλον θα είναι το sauer. Aν ξέρετε και τις δύο γλώσσες, μάλλον θα ξέρετε ότι είναι ακριβώς το αντίστροφο και είναι μόνο φωνητικά που μοιάζουν. Άρα ποιο είναι το πρόβλημα; Είναι ότι τέτοιες ετυμολογίες υπάρχουν και είναι πάρα πολλές και έχουμε, βέβαια, και το γνωστικό, όταν μαθαίνετε μια νέα λέξη, που έχει μια μορφή η οποία είναι ανάλογη με μία που γνωρίζετε, έχετε την τάση να την κλίνετε με τον ίδιο τρόπο. Για τα ελληνικά είναι πολύ εύκολο, μπορεί να το κάνετε με τα ρήματα. Δηλαδή, όταν έχετε ένα ρήμα που μοιάζει μ’ ένα άλλο ρήμα, θα δείτε ότι πολύ συχνά μπερδεύεστε – ως γραμματικολόγος μιλάω τώρα – διότι θεωρείτε ότι πρέπει να κλιθεί μ’ αυτόν τον τρόπο. Αν κοιτάζατε, όμως, τα ιρλανδικά – κι εδώ είναι ενδιαφέρον να ξέρουμε και τι κάνουν και οι άλλες γλώσσες – στα παλιά ιρλανδικά, θα δείτε ότι τα ανώμαλα ρήματα είναι σχεδόν 95% του corpus. Εδώ εμείς έχουμε ένα άλλο πρόβλημα όσον αφορά στην ταξινόμηση, είναι όταν λέμε, ότι ένα ρήμα ανήκει – σας μιλάω γενικά γιατί πρέπει να μιλήσω για τις άλλες γλώσσες και δεν έχουν όλες την ίδια ονομασία – αν λέμε ότι αυτό το ρήμα είναι του τύπου «ένα», το άλλο του τύπου «δύο» και υπάρχει το «τρία», θα δείτε ότι πολύ συχνά το «τρία» είναι τα «ανώμαλα». Βάζουμε τα πιο απλά, για μας είναι το «λύω», και αν κοιτάξετε στην πραγματικότητα, η τελευταία ομάδα δεν είναι ακριβώς μια ομάδα, είναι απλώς το συμπληρωματικό από τις ομάδες που δεν μπορούμε να εντάξουμε σε κατηγορία και λέμε ότι είναι τα ανώμαλα. Ένα πράγμα που μας έχουν μάθει οι Έλληνες είναι ότι η ανωμαλία είναι χαρακτηριστικό της Γλωσσολογίας. Αν κοιτάξετε και την πληροφορική, θα δείτε ότι έχουμε τεχνητές γλώσσες, οι οποίες δεν έχουν ανωμαλίες. Δηλαδή μια λέξη λέει κάτι συγκεκριμένο ή, να το πούμε και στα μαθηματικά, έχουμε την έκφραση ότι στα μαθηματικά δεν έχουμε λογοπαίγνιο. Αν αναλύσετε το λογοπαίγνιο γλωσσολογικά, θα δείτε ότι προέρχεται από την πολυσημία: ακούτε ένα πράγμα, το καταλαβαίνετε μέσα από ένα άλλο πλαίσιο και βρίσκετε ότι είναι αστείο. Γι’ αυτό πολύ συχνά οι ξένοι δεν καταλαβαίνουν τα λογοπαίγνια μιας γλώσσας και αντιθέτως γι’ αυτό πολύ συχνά οι ξένοι χαμογελούν με λέξεις που εμείς δεν τις αναλύουμε πια, αλλά αυτοί όταν τις αναλύουν βρίσκουν ότι είναι αστείες ετυμολογικά, δηλαδή πώς έχουμε παράγει εμείς το σύμπλεγμα. Άρα, το πρόβλημά μας εδώ είναι πώς να βρούμε τα πολλά κλαδιά, που καταλήγουν σε ένα. Αυτό είναι μια δυσκολία. Το καλό με τα ελληνικά – γιατί, ξέρετε, εμείς είμαστε πάντοτε ανώμαλοι σε όλους τους τομείς – είναι ότι καταφέραμε με μία γλώσσα να έχουμε πολλές. Αυτό είναι θεαματικό εξ αρχής, άμα το σκεφτείτε. Δηλαδή, εμείς καταφέρνουμε να λέμε Αρχαία Ελληνικά. ΤΑ Αρχαία Ελληνικά. Δεν είναι ΤΟ Αρχαίο Ελληνικό. Είναι όπως ΤΑ Μαθηματικά, ενώ λέμε Η Φυσική. Άρα, ήδη όταν αναφερόμαστε στα Αρχαία, υπονοούμε ότι είναι πολλές γλώσσες, δεν είναι μία. Αν πάρετε ακριβώς την ίδια έκφραση στα γαλλικά, θα πείτε Grec Ancien. Ένα. Δεν θα πείτε Les Grecs Anciens, ενώ οι ίδιοι οι Γάλλοι όταν θα το μελετήσουν μαζί με τους Γερμανούς, θα δημιουργήσουν κατηγορίες. Άρα, εδώ έχουμε ήδη ένα πρόβλημα: Γιατί αυτό που θεωρούμε θεμελιακό είναι ήδη στον πληθυντικό. Αυτό έχει ήδη ενδιαφέρον! Αν πάρετε άλλες γλώσσες – εμείς έχουμε κι άλλες τάσεις που έχουν ξεχαστεί σε άλλες γλώσσες, δηλαδή – όταν μιλάει ένα πρόσωπο, κανονικά στα μαθηματικά έχουμε ένα-δύο-τρία-τέσσερα..., στη Γλωσσολογία δεν είμαστε τόσο εξειδικευμένοι και συνήθως έχουμε ένα-πολλοί. Είναι ο ενικός κι ο πληθυντικός. Στα αρχαία ελληνικά, βέβαια, είχαμε το ένα-δύο-πολλοί. Αυτό υπάρχει και στις Γλώσσες της Αφρικής, το βλέπουμε και στις Γλώσσες bantou, που μπορούμε να έχουμε ένα-δύο-τρία-πολλοί. Εδώ είναι ένας μαθηματικός υπολογισμός, δηλαδή, όταν συνομιλείτε, την ώρα που μετακινούνται τα άτομα, πρέπει να υπολογίσετε πώς πηγαίνουν τα ρήματα. Γιατί άμα φεύγουν και μπαίνουν, λένε: εμείς οι δύο λέμε αυτό, ή εμείς οι τρεις λέμε αυτό, και μετά φεύγει ο άλλος..., ενώ εμείς λέμε «εγώ λέω», «οι άλλοι λένε». Άρα, ποιο είναι το πρόβλημα που θέτει το ελληνικό στοιχείο μέσω του αρχαίου; Είναι τελικά ο πληθυντικός! Είναι η γενίκευση του ενικού ή το συμπληρωματικό του ενικού; Αυτό είναι πολύ σπουδαίο! Θα μου πείτε, γιατί είναι σπουδαίο; Αν κοιτάξετε στα κινέζικα ιδεογράμματα ένα πολύ ωραίο παράδειγμα που έχουμε είναι το εξής ιδεόγραμμα: Το ζωγραφίζω για να το διαβάσετε εσείς. Αν το κάνετε έτσι, θα διαβάσετε ότι έχω γράψει στο πρώτο ιδεόγραμμα – θα μπορεί να το καταγράψει η κάμερα, για να δει αν έχω κάνει λάθος. Το έχω κάνει τοπικά, ζωγραφιές τέτοιες και μετά μόνο η κάμερα μπορούσε να το ζωγραφίσει αυτό, άρα να θυμάστε ότι όταν μιλάμε για τη Γλώσσα, πολύ συχνά, μιλάμε για το αόρατο και, κατά συνέπεια είμαστε αποθήκες αοράτου και το πρόβλημα στη Γλώσσα είναι μάλλον όταν γίνεται ορατή, διότι πολύ συχνά όταν γίνεται ορατή είναι καταπίεση από μια άλλη Γλώσσα! Γι’ αυτό όταν περπατάτε στους δρόμους και γίνεται πολύ ορατή άλλη Γλώσσα, καταλαβαίνετε ότι δεν είσαστε πια στο αόρατο και καταλαβαίνετε γιατί στεναχωριέμαι όταν υπάρχουν διαφημίσεις: Γιατί όλοι μιλάνε την ίδια γλώσσα. Η ιδέα είναι ότι σ’ αυτό το ιδεόγραμμα, αν το διαβάσετε κι είστε ένας κανονικός Κινέζος, θα διαβάσετε ότι έχω γράψει «άνθρωπος 2». Αν είστε πιο κανονικός – εννοώ πιο κάτω – θα καταλάβετε ότι μιλάω για δύο Κινέζους, στην ουσία, για δύο ανθρώπους. Συγκεκριμένα είναι δύο άνδρες, δύο ren. Ένας Κινέζος, που ξέρει από ιδεογράμματα, θα είχε ένα πρόβλημα γιατί θα εντοπίσει μια ανωμαλία. Θα έλεγε ότι αν ήθελα να γράψω πραγματικά δύο Κινέζους, θα έπρεπε να γράψω ανάποδα, παρ’ όλο που στα κινέζικα μπορούμε να γράψουμε κι οριζόντια και κάθετα, διότι είναι ιδεογράμματα. Αυτό όμως που θα καταλάβει είναι ότι είναι ο άνθρωπος που θεωρεί τον εαυτό του – τη μικρή παύλα – ως το ίδιο με τη μεγάλη παύλα, που είναι οι άλλοι. Αυτός είναι ο αλτρουιστής. Γλωσσολογικά, θεωρώντας ότι «οι άλλοι» είναι το συμπληρωματικό του «είμαι» – είναι αυτός που είναι ο αλτρουισμός – διότι, στην ουσία τι σας λέει η Γλώσσα; Σας λέει ότι υπάρχει μόνο μέσω του άλλου. Αλλιώς δεν μπορείς να αποδείξεις ότι υπάρχεις. Διότι πρέπει να υπάρχει κάποιος να στο λέει. Το «πρόβλημα», λοιπόν, με τα ελληνικά είναι ότι, καθώς είναι μοναδικό κλαδί, το χρησιμοποιούμε σαν σύστημα αναφοράς, δηλαδή όταν θα διαβάσουμε, για παράδειγμα, sanskrit ή vedique πιο πάνω, όταν λέω συχνά «πιο πάνω», να ξέρετε ότι εννοώ πιο παλιά, καταλαβαίνετε για ποια μιλάω. Όταν είμαστε πιο πάνω, αναρωτιόμαστε πάντα πώς κατεβαίνουμε κάτω. Διότι δύο πάνω μπορούν να έχουν το ίδιο ισόγειο. Άρα το πρόβλημά μας είναι, όταν είμαστε στο ισόγειο, πώς πάμε πάνω. Αυτό είναι το ίδιο που λέει και ο Einstein «δεν υπάρχει μονοπάτι που οδηγεί από το πείραμα στη θεωρία». Η θεωρία μπορεί να εξηγήσει ότι αυτό το πείραμα εξηγείται μ’ αυτόν τον τρόπο, αλλά να ανεβάσετε το πείραμα στη θεωρία δεν γίνεται. Αυτό λέγεται «Απαγωγή», στα αγγλικά είναι «Αbduction» – δηλαδή, το πρόβλημα της ελληνικής γλώσσας είναι σαν να είναι μια Απαγωγή γλωσσολογική. Με ποια έννοια; Από μία και μόνο Γλώσσα παράγεται μια θεωρία, γιατί είναι μοναδικό κλαδί. Δηλαδή, αν είμαστε στα ρομανικά, όπου θα έχουμε και τα γαλλικά και τα ιταλικά και τα ισπανικά – ένα παρακλάδι είναι λίγο διαφορετικό, τα ρουμανικά – ένας κανονικός ομιλητής, ας πούμε, καταλαβαίνει περίπου 75% των ιταλικών, χωρίς να μιλάει ιταλικά. Προσέξτε, γιατί εδώ, τώρα μόλις, δημιούργησα ένα παράδοξο, γιατί ξέρετε πολύ καλά ότι μερικά διπλώματα στην Ελλάδα σάς επιτρέπουν να καταλαβαίνετε μόλις το 50% μιας Γλώσσας, αλλά σας δίνουν τη σφραγίδα ότι την ομιλείτε. Ενώ εδώ σας είπα ότι έχουμε το παράδοξο ότι μιλάω για έναν κανονικό ομιλητή, που δεν μιλάει ιταλικά, αλλά τα καταλαβαίνει κατά 75%. Ο ίδιος ομιλητής καταλαβαίνει τα ισπανικά κατά 45%, για τα ρουμανικά κατεβαίνει το ποσοστό στα 17%. Όπως καταλαβαίνετε αυτά είναι κατά μέσο όρο, εδώ έχετε όμως ένα κοινό πλαίσιο τα ρομανικά, Langues Romanes, όπου μπορείτε να κάνετε σύγκριση. Με τα ελληνικά να κάνετε σύγκριση με ποιον; Γιατί αν πάτε κατευθείαν πάνω, εκεί που διαχωρίζεται το πρώτο κλαδί, έχετε ένα πρόβλημα πολύ απλό. Είναι ότι δεν ξέρουμε να τα συγκρίνουμε με κάτι, διότι η πιο παλιά μορφή που έχουμε είναι τα Μυκηναϊκά. Σας υπενθυμίζω ότι τα Μινωικά δεν έχουν ακόμη αποκρυπτογραφηθεί, για λόγους στην ουσία στατιστικής – έχουμε πολύ λίγα δεδομένα, αν βάλουμε όλα τα Μινωικά, που θα ’πρεπε να τα ονομάζουμε προς το παρόν Γραμμική Α, μαζί και χρησιμοποιήσουμε ένα χαρακτήρα, θα δείτε ότι όλ’ αυτά παίρνουν μια σελίδα. Παρεμπιπτόντως, πρέπει να κάνουμε και μερικές κριτικές, γιατί όποιος αγαπάει την πατρίδα του θα ’ταν καλό να την εξετάζει. Αν θέλετε να ψάξετε για πινακίδες – δεν ξέρω αν υπάρχουν αρχαιολόγοι εδώ, αν υπάρχουν τουλάχιστον γλωσσολόγοι – θα ήταν καλύτερα να κοιτάζουμε τι έχει στις αποθήκες του το Μουσείο Ηρακλείου, που περίπου 80.000 πινακίδες δεν έχουν καν διαβαστεί, από το να ψάχνουμε νέα μέρη που να έχουν καινούργιες πινακίδες. Τώρα θα μου πείτε, γιατί οι πινακίδες είναι τόσο σημαντικές; Γιατί η Γλώσσα είναι τόσο σημαντική; Ένα άλλο παράδειγμα χειροπιαστό. Όσοι έχουν κάνει Φιλολογία και οι άλλοι που, παρεμπιπτόντως, έχουν υποστεί τους φιλολόγους, θα έχετε ακούσει, ότι ο Διόνυσος είναι νέος θεός. Και μάλιστα θα έχετε μια ολόκληρη ανάλυση, που θα είναι του τύπου Nietzsche για την Τραγωδία, όπου βασιζόμαστε πάνω σ’ αυτή τη θεματολογία, για να πούμε ότι υπάρχει το Απολλώνιο και το Διονυσιακό. Ωραία! Άμα σας το πούνε αυτό, ως φιλόλογοι ή ως βασανισμένοι των φιλολόγων, δεν μπορείτε να πείτε παρά «ναι», διότι είναι θεμελιακά δεδομένα. Υπάρχει κάποιος που μπορεί να πει «όχι»; Υπάρχουν φιλόλογοι εδώ μέσα, έτσι δεν είναι; Δεν είμαι ο μόνος! Ωραία, αναγνωρισμένοι από το ΔΟΑΤΑΠ ή κανονικοί; Γιατί εδώ πρέπει να είμαστε πάντοτε αναγνωρισμένοι, αυτή είναι μια συμβολή του ελληνικού συστήματος, που μας βοηθάει για τις γενοκτονίες, όπου πρέπει να αναγνωρίζουμε τα πάντα, στην Ελλάδα αναγνωρίζουμε ΚΑΙ τα διπλώματα. Το θέμα ποιο είναι; Είναι ότι αν εγώ, όμως ως αρχαιολόγος, σας πως ότι το 1992 στα Χανιά βρίσκουμε μία πινακίδα Γραμμικής Β, η οποία είναι γραμμένη με έναν τρόπο που μπορούμε να διαβάσουμε τώρα, χάρη στον Ventris, και γράφει τη λέξη Διόνυσος, έχετε ένα μικρό πρόβλημα. Γιατί δεν μπορείτε να έχετε ένα θεό που είναι ήδη κατονομασμένος – γιατί είναι αφιέρωση στο Διόνυσο – από το 1250 π.Χ. και να λέτε ότι είναι πρόσφατος! Άρα, βλέπετε ότι, ακόμα και σ’ αυτό το πλαίσιο, όπως το βλέπετε μάλιστα και στον Ησίοδο, υπάρχουν αλλαγές, παραλλαγές, παραπληροφόρηση, διότι γράφουμε και ξαναγράφουμε όπως θέλουμε. Το πρόβλημα είναι αυτό που είπε και ο Schopenhauer «Μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε, αλλά δεν μπορούμε να θέλουμε ό,τι θέλουμε».
- Ναι!
- (Ακροάτρια:) Μπορώ να πω κάτι;
- Αυτό το είπατε ήδη! Θέλετε να πείτε κάτι άλλο;
- Θέλω να πω ότι έχω την εντύπωση ότι το βάζετε σε λάθος βάση. Γιατί αν το 1992 μάθαμε ότι στην Κρήτη υπάρχει πινακίδα που λέει «Διόνυσος», τότε αυτό
ανατρέπει κάποια δεδομένα που ξέραμε παλιότερα.
- Σωστά!
- Άρα, να το ξαναπούμε και να πούμε ότι μέχρι τώρα κάναμε λάθος, είχαμε λάθος δεδομένα, μπορούμε να τ’ αλλάξουμε! - Ναι, το θέμα είναι ότι είμαστε στο 2008 και μερικοί φιλόλογοι συνεχίζουν να λένε ακριβώς το ίδιο. Και μερικοί μαθητές, που δεν ξέρουν ότι έχει κάνει αυτή την ανακάλυψη, συνεχίζουν να αποδέχονται ακριβώς το ίδιο. Το θέμα μου δεν είναι ότι αν οι ειδικοί το έχουν αλλάξει. Δηλαδή, ξέρουν τώρα ότι δεν μπορούν να το πουν πια, ποιος όμως εδώ μέσα σ’ αυτή την αίθουσα μπορεί να πει ότι η θεωρία του Nietzsche ήταν λανθασμένη, γιατί ήταν βασισμένη σε μια θεωρία που δεν έχει βάση, αρχαιολογικά; Θέλω να πω ότι η συμβολή του καθενός μπορεί να είναι μεγάλη. Το πρόβλημα είναι αν τα θεμέλιά του είναι καλά. Θα δώσω ένα άλλο παράδειγμα που ανήκει σε άλλον τομέα. Ο Freud έχει κάνει μια πολύ ωραία ανάλυση για τον Leonardo da Vinci. Μόνο που την έχει κάνει πάνω σ’ ένα γερμανικό κείμενο, το οποίο είναι μια λανθασμένη μετάφραση από το παλιό ιταλικό κείμενο του Leonardo da Vinci. Άρα έχει μπερδέψει τον αετό με τον κόρακα. Ποιο είναι το πρόβλημα; Μπορεί να κάνετε μια πολύ ωραία θεωρία πάνω στον κόρακα, αλλά άμα γράφει «αετός», τι να την κάνουμε; Τώρα εμείς, ως ειδικοί του da Vinci τη θεωρούμε πως είναι μια πολύ καλή προσέγγιση του Freud, αλλά την αφήνουμε. Καταλάβατε τι θέλω να πω; Δεν θεωρούμε ότι ο Freud ήταν βλάκας, αλλά ότι απλώς δεν είχε καλά δεδομένα. Τα δεδομένα αλλάζουν! Τι θέλω να πω; Έχουμε την τάση, στη Φιλολογία, να θεωρούμε ότι τα δεδομένα, λόγω βάθους χρόνου, δεν αλλάζουν ή αλλάζουν πολύ δύσκολα. Ενώ στην αρχαιολογία, σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, ξέρουμε ότι μπορούμε να πούμε μια θεωρία και την επoμένη να βρεθεί μια ανασκαφή και να πούμε εντελώς το αντίθετο. Δεν θα μιλήσω για τη Μακεδονία που είναι καλό που υπάρχει από το ’77, αλλά αν θυμάστε εσείς καλά, για όσους είναι ψηλοί σαν εμένα, πριν τον Ανδρόνικο, τα επιχειρήματα τα χειροπιαστά για να έχουμε συζητήσεις για κάποια θέματα, πού ήταν; Αν θέλετε να επανέλθω στο παράδειγμα του Ventris, όπου Καθηγητές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, παρά λίγο να καταπιούν τη γλώσσα τους, διότι είχαν διδάξει πάνω από 15 χρόνια ότι η Γραμμική Β δεν ήταν ελληνική; Και βρέθηκε ένας Άγγλος με έναν άλλον Άγγλο να τους εξηγεί ότι όντως είναι ελληνική; Άρα, θέλω να πω ότι πρέπει να είμαστε πολύ προσεχτικοί στις πηγές μας, ακόμα κι αν ή μάλλον ειδικά όταν οι πηγές δεν ανήκουν στον ίδιο τομέα. Αυτό ήταν το παράδειγμα που ήθελα να θέσω. Δηλαδή, έχουμε μια πηγή που είναι καθαρά «ανασκαφές της αρχαιολογίας», που έχει όμως επιπτώσεις πάνω σε μια θεωρία που είναι καθαρά φιλολογική. Το θέμα μας εδώ είναι ότι, για μένα, το παράδειγμα της ελληνικής γλώσσας ως πυρήνας, είναι ότι παράγει ένα πλαίσιο και όχι ένα πεδίο γλωσσολογικό, διότι είπαμε ότι είναι άλλο κλαδί. Όμως θα είναι μια πηγή, σαν γλωσσικός θησαυρός, απ’ όπου θα μπορέσουμε να κλέψουμε λέξεις, για να παράγουμε νέο λεξιλόγιο για το ίδιο πράγμα. Θυμάμαι μια περίπτωση από μια φίλη, στη Γαλλία, που την πονούσε το κεφάλι. Πάει, λοιπόν, στο γιατρό και λέει: «Με πονάει το κεφάλι». Κάνει, λοιπόν, διάγνωση ο γιατρός και στα γαλλικά της λέει: Έχετε «céphalée», ακριβώς όπως τη λέξη «κεφάλι». Και, καθώς είναι Ελληνίδα, του λέει: «Συγγνώμη, δηλαδή εγώ σας λέω ότι με πονάει το κεφάλι κι εσείς μου λέτε, αν θέλετε, ότι έχω κεφαλίτιδα;» Δηλαδή, τι της είπε; Τώρα θα το ξανακάνω – θα θυμάστε και με τον Πρωταγόρα. Aς πούμε ότι είναι Γάλλος και λέει: «J’ai un mal à la tête» και έρχεται ο γιατρός, επιστήμονας και λέει: «Vous avez une céphalée». Λέει έκανε διάγνωση! Καταλάβατε; Ποιο είναι το πρόβλημά μας. Είναι ότι όταν θα είσαστε στα γαλλικά, στα αγγλικά ή σε άλλη γλώσσα κι όταν η επιστημονική γλώσσα θα είναι τα ελληνικά ή τα λατινικά και σας δίνουν ακριβώς την ίδια λέξη στα ελληνικά και στα ιταλικά, χρησιμοποιούν ένα σύστημα ρητορικής. Διότι δεν έχετε πια το ίδιο σύστημα αναφοράς κι έχετε την εντύπωση ότι είναι πιο εξειδικευμένο. Αλλά δεν είναι καθόλου εξειδικευμένο, διότι είναι ακριβώς ισομορφικό. Και είναι τόσο ισομορφικό, που στα ελληνικά είναι αυτομορφισμός. Δηλαδή μιλάμε για ακριβώς το ίδιο πράγμα, κατά συνέπεια – προσέξτε τι λέω τώρα – από τον ισομορφισμό πήγαμε στον αυτομορφισμό και τελικά καταλήγουμε στην ταυτολογία. Αν τώρα άκουγε αυτό που είπα ένας ειδικός της πληροφορικής, θα μας έλεγε ότι ο γιατρός είναι ο ειδικός για να ξαναγράφει κώδικες. Δηλαδή ακριβώς αυτό που κάνει ένας υπολογιστής. Μετά έχουμε ένα πρόβλημα διάγνωσης. Τι θέλω να πω μ’ αυτό; Θέλω να πω ότι όπως γίνεται κι η ταξινόμηση, αν κοιτάξετε και τι γίνεται στα λουλούδια ή στο ζωικό σύστημα, που έχουμε τη διαφορά με τα είδη, το να χρησιμοποιούμε μια γλώσσα σαν γλώσσα ταξινόμησης, αυτό δεν συνεπάγεται ότι είναι και εξηγηματική. Δεν εξηγεί τίποτα. Απλώς – ποιο είναι το καλό που έχουμε στα ελληνικά και γι’ αυτό χρησιμοποιήθηκε τόσο έντονα! – το σπάσιμο της λέξης, πάνω-κάτω, μας εξηγεί την έννοια. Δηλαδή, έχετε το «συντακτικό» που ενσωματώνει το «σημασιολογικό», το οποίο είναι σπάνιο. Προσέξτε, όπως είχαμε πει και αρχικά, στα κορεάτικα όταν σπάτε τη λέξη, τις λεγόμενες Langues Agglutinantes, στις οποίες κολλάμε τα μόρια, όταν τις σπάτε, δεν έχει καμία σχέση με το τι είναι ο συνδυασμός. Ενώ εμείς έχουμε το λεγόμενο σκελετό. Ο οποίος, όμως, είναι πολύ σημαντικός, γιατί αν κοιτάζετε μέσω της θεωρίας του Chomsky, μία λέξη και όχι μόνο μία λέξη, αλλά μία φράση, όταν τη σπάζετε και κοιτάτε το δένδρο που αναπαράγει τη φράση σας, εσείς κοιτάζετε μόνο το συντακτικό επίπεδο. Όταν σπάζετε τη λέξη έχετε το σημασιολογικό. Ενώ, φυσιολογικά, το σημασιολογικό προέρχεται από την τοποθέτηση των λέξεων και μετά έχει και μια αλληλεπίδραση με το πραγματικό. Δηλαδή, δεν μπορώ να πω ό,τι να ’ναι, ενώ μπορώ να γράψω ό,τι να ’ναι. Δεν μπορώ να γράψω λανθασμένα, αλλά μπορώ να γράψω ό,τι να ’ναι. Το περίφημο παράδειγμα «οι γαλάζιες ιδέες» δεν έχει καμία έννοια έτσι, κανονική. Ενώ αν πω «οι αληθινές ιδέες» έχει μια έννοια. Το θέμα είναι ότι τα ελληνικά καταφέρνουν να έχουν ήδη στοιχεία μέσα τους που μας δίνουν μια πληροφόρηση. Ας δώσουμε ένα άλλο παράδειγμα, όπου η ανωμαλία είναι πολύ σημαντική και γιατί κοιτάζουμε αυτό που χάνεται. Θυμάστε, σας είπα ότι η Γλώσσα είναι πιο πολύ μια τέχνη του αόρατου. Στην τέχνη του αόρατου τι γίνεται όταν εξαφανίζεται κάτι; Το ξαναλέω. Αν πάρουμε μια λέξη κανονική, τώρα δεν έχουμε τα πνεύματα. Τα πνεύματα είναι το «πνεύμα». Το πνεύμα ποιανού, θα μου πείτε. Είναι το πνεύμα του χρόνου. Διότι το πνεύμα, όταν έρχεται, ας πούμε το «άναξ», μας έρχεται από το «Fάναξ», άρα το πνεύμα μού δείχνει ότι έχω ξεχάσει το δίγαμμα. Δηλαδή είναι το «ίχνος». Το γλωσσολογικό ίχνος του δίγαμμα. Δηλαδή, όταν εγώ θα κοιτάξω τη λέξη, μπορώ να κοιτάξω τη λέξη ή να κοιτάξω τι χάνεται απ’ τη λέξη. Αν χάθηκε κάτι, μου δίνει μια ένδειξη για το τι υπήρχε πριν. Άρα μετά μπαίνω σ’ ένα διαχρονικό πλαίσιο: θα έχω το «άναξ» με το πνεύμα και χωρίς το πνεύμα. Αν είναι χωρίς το πνεύμα, σημαίνει ότι φεύγω από ’δω. Αν ξαναβάζω το πνεύμα, μετά μπορώ να ρωτήσω γιατί έφυγε. Τότε καταλαβαίνω πώς ήρθε. Μετά, αν ξανακάνω το ίδιο νοητικό σχήμα, σαν μια μηχανή του Wiener και δεν είμαι μόνο σε μια μηχανή του Turing λέω, αυτό αν το μεταθέσω, «γιατί είχα δίγαμμα που δεν έχω πια;». Γιατί το συλλαβόγραμμα στα Μυκηναϊκά είναι το «WA», άρα είμαι κατευθείαν από το «WA» της Μυκηναϊκής, για να περάσω στην Ομηρική που θα έχω το δίγαμμα, που θα εξαφανιστεί εκ των υστέρων και θα πρέπει να το υπενθυμίσω
με το πνεύμα. Διότι όταν θα περάσουμε απ’ τα κεφαλαία δεν έχουμε πνεύμα.

Αυτό το φαινόμενο ως νοητικό σχήμα, μπορείτε να το καταλάβετε για τα γαλλικά του 17ου αιώνα όταν θα έχουμε La Pléïade, όπου θα έχουμε μια επανάσταση γλωσσολογική που είναι πολύ σημαντική, όταν επανέρχονται ορθογραφικά τα ελληνικά μέσα στις ρίζες των λατινικών και των γαλλικών. Δηλαδή είναι η εποχή όπου του f θα ξαναγραφεί ph. Να είμαστε πολύ προσεχτικοί, έχουμε την τάση να θεωρούμε ότι οι γλώσσες πηγαίνουν πάντοτε προς την απλοποίηση. Πηγαίνουν προς την απλοποίηση όταν δεν υπάρχει δομή ή υποδομή και υπάρχει μόνο υπόβαθρο. Θα δώσω ένα παράδειγμα. Όταν θα έχουμε την προφορά του Erasmus. Ο Erasmus εφόσον λέει: δεν μπορώ να ξέρω πώς προφέρονται τα αρχαία ελληνικά, κάνει έναν ισομορφισμό του Sidis και αποφασίζει ότι δεν θα τα προφέρουμε, θα τα διαβάζουμε. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Γι’ αυτό θα δείτε ότι στο εξωτερικό τη λέξη «και», τη διαβάζουν «KA-I», τη διαβάζουν από τα αρχαία ελληνικά, κανονικά. Έχουμε, βέβαια, ένα πρόβλημα. Διαβάζουμε πιο αργά, γιατί έχουμε αποφασίσει να διαβάζουμε και δεν έχουμε αποφασίσει να λέμε. Είναι πολύ σημαντικό σαν νοητικό σχήμα. Αποφασίζετε να συλλαβίσετε και να σπάσετε τις λέξεις. Άρα, δεν θα υπάρχουν δίψηφα, γιατί τα σπάτε ούτως ή άλλως. Επειδή θέλετε μόνο με την ακοή να ξέρετε πώς το γράφουμε. Αυτό, λοιπόν, είναι μια απόφαση. Όταν πηγαίνετε σ’ ένα διεθνές συνέδριο, το αστείο είναι, όταν αρχίζουν να σας διαβάζουν μερικές φράσεις και πρέπει πραγματικά να συγκεντρωθείτε, γιατί όταν δεν είναι γραμμένη η φράση στα αρχαία ελληνικά, αυτό που ακούτε δεν έχει καμία σχέση με το τι ξέρετε εσείς, που είναι δήθεν η γλώσσα σας. Αυτό το αστείο μού έχει συμβεί πολλές φορές. Γι’ αυτό είναι καλό στα συνέδρια, να τα γράφετε. Τι θέλω να πω: έχουμε ακριβώς το ίδιο νοητικό σχήμα που έχουν οι Κινέζοι. Δηλαδή οι Κινέζοι έχουν μία γραφή με την οποία συμφωνούν όλοι, αλλά πρέπει να ξέρετε ότι στα κινέζικα όταν μιλάμε για διάλεκτο, δύο διαλέκτους διαφορετικές – για να υπενθυμίζουμε και τα δικά μας, όταν λέμε διαλέκτους – σε δύο κινέζικα προφορικά, μπορείτε να δείτε μεγαλύτερες διαφορές από τα ρώσικα με τα ισπανικά, ενώ έχουν την ίδια γραφή. Αυτό δεν πρέπει να σας ξαφνιάζει, γιατί όταν κοιτάξετε τη λατινική γραφή και συμφωνούμε ότι γράφουμε το «alfabhto» έτσι στα λατινικά, θα δείτε ότι όλες οι ρομανικές γλώσσες μαζί με τις γερμανικές και τις αγγλοσαξονικές έχουν ακριβώς το ίδιο υπόβαθρο τεχνικά, όμως δεν θα το προφέρουν το ίδιο κι είναι άλλες γλώσσες. Άρα, το ίχνος το γραφικό δεν καθορίζει τον προφορικό λόγο. Άρα όταν είπα ότι αποφασίζετε να διαβάζετε και όχι να λέτε, εξαφανίζετε το προφορικό και μόνο διαβάζετε. Θα μπορούσατε να κάνετε ακριβώς το ίδιο και με τη λατινική γραφή και να λέμε οτιδήποτε και να ’ναι (αγγλικά, ιταλικά κλπ) και θα το διαβάζω σπασμένα, όπως κάνω ακριβώς με τα αρχαία ελληνικά. Φανταστείτε τι μπορεί να γίνει σ’ ένα συνέδριο. Το θέμα μας είναι ότι η ελληνική γλώσσα ως γλωσσικός πυρήνας λειτουργεί σαν δειγματολόγιο, αν θέλετε, που όπως και στον τομέα των αρωμάτων, έχετε αρώματα θεμελιακά πάνω στα οποία παίζετε σαν να είναι μόρια για να παράγετε ένα νέο άρωμα. Δηλαδή θα χρησιμοποιήσουμε αυτό το γλωσσολογικό υπόβαθρο όχι για να παράγουμε
γλωσσολογία κανονική, αλλά εξειδικευμένη.

Πηγή
http://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=206632.0
OnLine, Επικοινωνία, με τούς openyourmind: skype:annamaria_firefly?call

Ο καιρός σήμερα:
http://penteli.meteo.gr/innoetics/dailyForecast.mp3 πηγή:meteo.gr

WEB MULTIMEDIA BUY openyourmind  25  ΝΟΕΒΡΊΟΥ 2011.rar
http://dl.dropbox.com/u/7979681/WEB%20MULTIMEDIA%20BUY%20openyourmind%20%2025%20%20%CE%9D%CE%9F%CE%95%CE%92%CE%A1%CE%8A%CE%9F%CE%A5%202011.rar Για να διαβάσετε πληροφορίες σχετικά με την openyourmind mailing list, λίστα συζήτησης μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, επισκεφτείτε τον παρακάτω σύνδεσμο:
//www.freelists.org/webpage/openyourmind

Η ηλεκτρονική διεύθυνση που θα λαμβάνετε και θα δημοσιεύετε τα e-mail σας στα μέλη της λίστας είναι η:
openyourmind@xxxxxxxxxxxxx
Εάν επιθυμείτε να διαγραφείτε ,απλά στείλτε e-mail στην διεύθυνση:
openyourmind-request@xxxxxxxxxxxxx
γράφοντας στο θέμα την λέξη: unsubscribe
Το αρχείο της λίστας βρίσκετε στην παρακάτω διεύθυνση
//www.freelists.org/archive/openyourmind

Other related posts: